Γράφει ο Ασημάκης Ντεμερούκας-Αγρότης, Τεχνολόγος Γεωπόνος και υπεύθυνος Αγροτικού της ΝΕ ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ Μεσσηνίας.
Οι διαδηλώσεις των αγροτών τόσο στην χώρα μας, όσο και στις υπόλοιπες χώρες, με αγροτική δραστηριότητα, στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν για πρώτη φορά τόσα κοινά σημεία, σε ότι αφορά στα αιτήματα των αγροτών:
1. Την προστασία των αγροτών και των προϊόντων που παράγονται στην Ευρώπη, με τον έλεγχο των εισαγωγών από τρίτες χώρες.
2. Την αύξηση του προϋπολογισμού της ΚΑΠ, έτσι ώστε να εξασφαλιστούν πιο υψηλές ενισχύσεις προς τους παραγωγούς, αλλά και πιο ελκυστικά πακέτα χρηματοδοτήσεων για επενδύσεις στο πλαίσιο του Πυλώνα ΙΙ.
3. Την πιο ομαλή και δίκαιη μετάβαση προς την πράσινη Ευρώπη, στο πλαίσιο της «Πράσινης Ευρωπαϊκής Συμφωνίας», που οι πολίτες αλλά και οι αγρότες ονειρεύονται.
Σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που μόνο το 10% των αγροτών είναι κάτω από 40 ετών και που ο μέσος όρος ηλικίας των αγροτών είναι τα 57 έτη, είναι σίγουρο πως κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί την επισιτιστική επάρκεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα επόμενα χρόνια, καθώς η αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή μοιάζει να εγκαταλείπεται.
Η σταδιακή μείωση των αγροτών τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και στην Ευρώπη είναι συνέπεια της αδυναμίας της Ευρωπαϊκή Ένωση να εγγυηθεί αξιοπρεπές και σταθερό εισόδημα στους αγρότες, καθώς και τα απαραίτητα εργαλεία για να αμυνθούν κατά των όλο και ποιο συχνών ακραίων καιρικών φαινομένων, εξαιτίας της διαρκώς επιδεινούμενης κλιματικής αλλαγής. Στην Ελλάδα το πρόβλημα είναι ακόμα ποιο οξύ, καθώς τα τελευταία χρόνια οι εισαγωγές προϊόντων από τρίτες χώρες πιέζουν ακόμα πιο πολύ το ήδη χαμηλό αγροτικό εισόδημα.. Ποιο συγκεκριμένα, στην χώρα μας εισάγουμε μεγάλες ποσότητες φρούτων και λαχανικών, από χώρες όπου το παραγωγικό τους μοντέλο δεν δίνει την παραμικρή σημασία σε φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές και όπου η χρήση φυτοφαρμάκων δεν εμπίπτει σε κανένα περιορισμό. Εξίσου σημαντική αιτία για το αίσθημα απόγνωσης των αγροτών είναι και η έλλειψη υποδομών στην Ελλάδα. Υποδομών που θα εξασφαλίζουν επάρκεια σε νερό άρδευσης, πρόσβαση σε οικονομικά προσιτές πηγές ενέργειας αλλά και σε υποδομές που θα εγγυώνται μια προστασία απέναντι στις απειλές της κλιματικής αλλαγής.
Επιπλέον, το κόστος για τα μηχανήματα, τις εγκαταστάσεις και την απαιτούμενη έκταση μιας μικρής προς μεσαίας αγροτικής εκμετάλλευσης ανέρχεται σε αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, ενώ και η αγορά γης στην χώρα μας είναι πολύ ακριβή και είναι δύσκολο να συγκεντρωθούν σε λογικό κόστος αγροτεμάχια αρκετών στρεμμάτων. Τα δε χρηματοδοτικά πακέτα –ιδιωτικά και δημόσια – είναι τις περισσότερες φορές από λίγο έως καθόλου ελκυστικά για έναν νέο, που επιθυμεί να ασχοληθεί με τον πρωτογενή τομέα. Από τα παραπάνω καταλαβαίνουμε πως είναι πολύ δύσκολο ένας νέος να γίνει αγρότης χωρίς να έχει τις απαραίτητες υποδομές και πρόσβαση στα χρηματοδοτικά προγράμματα εγκατάστασης νέων γεωργών, όπου είναι υποχρεωτικό ο ενδιαφερόμενος να κατέχει ήδη γη και μάλιστα αρκετή.
Ένα από τα πιο πρόσφατα προβλήματα του αγροτικού επαγγέλματος στην Ελλάδα, αλλά και πανευρωπαϊκά είναι η έλλειψη εργατών γης. Εργάτες στα χωράφια δηλαδή εκτός από τον κάτοχο της αγροτικής εκμετάλλευσης. Το πρόβλημα της έλλειψης των εργατών ξεκίνησε την δεκαετία του ’80 όταν το βιοτικό επίπεδο στην χώρα ανέβηκε και η περιφέρεια ξεκίνησε να αστικοποιείται. Καλύφθηκε όμως σχετικά γρήγορα με εργάτες από τα Βαλκάνια, ανθρώπους δηλαδή που έρχονταν στην χώρα μας για καλύτερες οικονομικές απολαβές και συνθήκες ζωής. Το 2010 με την έναρξη της οικονομικής κρίσης ήρθε η ώρα για αυτούς τους ανθρώπους να επιστρέψουν στην χώρα τους ή να μεταναστεύσουν βορειότερα, καθώς οι επαγγελματικές ευκαιρίες στην Ελλάδα δεν ήταν πια τόσο ελκυστικές. Η έλλειψη όμως καλύφθηκε και πάλι, αυτή την φορά με εργάτες από τρίτες χώρες. Άνθρωποι από το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και την Ινδία άρχισαν να έρχονται στην Ευρώπη παράτυπα μεν, με όνειρα για μια καλύτερη ζωή και όρεξη για εργασία δε. Το 2016 η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αφουγκραζόμενη τις νέες απαιτήσεις στον πρωτογενή τομέα και το εργασιακό περιβάλλον σε αυτόν, ψήφισε το άρθρο 13 α του ν4251/2014 (Άρθρο 58 του Ν.4384/2016), περί απασχόλησης παράτυπα διαμενόντων πολιτών τρίτων χωρών στην αγροτική οικονομία. Με απλά λόγια έδωσε την ευκαιρία στον εργάτη με την συνεργασία του εργοδότη να εκδίδει ΑΜΚΑ και η εργασία του να δηλώνεται. Με αυτό τον τρόπο ο έλληνας αγρότης απαλλάχθηκε από το άγχος των ελέγχων και των προστίμων, και δόθηκε η δυνατότητα στους ανθρώπους αυτούς να σταματήσουν να κρύβονται σε αγροικίες για να αποφύγουν την σύλληψη και η εργασία τους να αποφέρει και το ανάλογο όφελος στο κράτος.
Δυστυχώς όμως το 2019 η κυβέρνηση της ΝΔ κατήργησε το άρθρο 13 α, επαναφέροντας τον πάλι λίγο καιρό αργότερα με την μορφή τριμήνου, προσφέροντας στην όλη διαδικασία μόνο επιπλέον γραφειοκρατική και οικονομική επιβάρυνση για τους αγρότες.
Από το 2020, που οι συνθήκες στον πρωτογενή τομέα άλλαξαν και πάλι, οι υπόλοιπες χώρες της Μεσογείου κινήθηκαν νομοθετικά με σκοπό να προσελκύσουν εργάτες. Συγκεκριμένα, πρόσφεραν στους εργάτες από τρίτες χώρες αυτό που ζητούσαν, δηλαδή μια visa εργασίας που αποτελεί και ταξιδιωτικό έγγραφο προς την χώρα καταγωγής, οπότε οι άνθρωποι από αυτές τις χώρες, μετά από πολλά χρόνια δουλειάς στην Ευρώπη, μπορούσαν να επισκεφτούν τις οικογένειες τους και στην συνέχεια να επιστρέψουν στην εργασία τους. Η Ελλάδα όμως έμεινε πίσω παρόλο που οι αγρότες και οι αγροτικοί τους σύλλογοι προειδοποιούσαν την κυβέρνηση, για την μαζική φυγή εργατών. Και αυτό γιατί τα ανύπαρκτα αντανακλαστικά της κυβέρνησης της ΝΔ μαζί μες τις ακροδεξιές φωνές εντός της , την εμπόδισαν να δώσει λύση έγκαιρα.
Οι συνέπειες στον πρωτογενή τομέα, όσων αναφέρθηκαν προηγουμένως, είναι η εγκατάλειψη της υπαίθρου από τους νέους, η εξάρτηση της χώρας σε εισαγωγές από τρίτες χώρες και κυρίως την Τουρκία, καθώς και στην δευτερογενή μεταποίηση και το ΑΕΠ της χώρας.
Μπορεί όμως η κατάσταση αυτή να αλλάξει; Μπορεί να αποκτήσει και πάλι ζωή και παραγωγή η περιφέρεια; Μπορεί η δουλειά του αγρότη να εμπνεύσει και πάλι; ΜΠΟΡΕΙ. Με βαθιές τομές στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας και σε συνεργασία με τους ίδιους τους αγρότες και τους φορείς τους, μπορεί. Σε μια χώρα τόσο προνομιακά τοποθετημένη όσο η Ελλάδα ποτέ δεν θα είναι αργά, αρκεί να γίνουν από όλους μας οι σωστές επιλογές και κυρίως βέβαια από τους κυβερνώντες.