You are currently viewing Αναδάσωση με παραγωγικά δέντρα

Αναδάσωση με παραγωγικά δέντρα

Προς τους Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Αξιότιμοι κύριοι Υπουργοί,

Το Πράσινο Ινστιτούτο επιθυμεί να σας ενημερώσει άμεσα και προσωπικά για τα βασικά συμπεράσματα τριών επιστημονικών ημερίδων που διοργάνωσε στις 3, 18 και 30 Μαρτίου 2021. Οι ημερίδες αυτές επικεντρώθηκαν στην κλιματική αλλαγή και στις δυνατότητες αντιμετώπισής της μέσω αναδασώσεων με καρποφόρα, κτηνοτροφικά και μελισσοκομικά δέντρα. Μεταφέρουμε αυτά τα συμπεράσματα με την ελπίδα να συμβάλουν στον ευρύτερο διάλογο και να αποτελέσουν χρήσιμο υλικό για την εξειδίκευση των πολιτικών προτάσεων στο πλαίσιο του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας 2021-2027.

Κύριο συμπέρασμα των ημερίδων είναι ότι η μεταπολεμική τάση αντικατάστασης των παραδοσιακών αγροδασικών συστημάτων με αμιγώς γεωργικές, δασικές ή κτηνοτροφικές δραστηριότητες, λόγω πολιτικών και χρηματοδοτικών επιλογών, έχει οδηγήσει σε υποβάθμιση της βιοποικιλότητας και σε αυξημένο κίνδυνο ερημοποίησης και διάβρωσης. Η ανάγκη για επιστροφή σε ολοκληρωμένες, μικτές χρήσεις γης είναι πλέον επιτακτική.

Προτείνουμε τη στροφή σε νέες, βιώσιμες γεωργικές, δασικές και κτηνοτροφικές πρακτικές, ώστε να αναζωογονηθεί η ύπαιθρος, να μειωθεί η εγκατάλειψη της γης και να δημιουργηθούν ευκαιρίες για τοπική, ποιοτική παραγωγή.

Η πρόταση του κράτους για δάσωση/αναδάσωση 500.000 στρεμμάτων είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Ωστόσο, θεωρούμε ότι μπορεί να ενισχυθεί περαιτέρω μέσα από αναδασώσεις με παραγωγικό χαρακτήρα, χρησιμοποιώντας φυτά και δέντρα της ελληνικής χλωρίδας που προσφέρουν παράλληλα περιβαλλοντικά και οικονομικά οφέλη: καταπολέμηση ερημοποίησης, ενίσχυση της βιοποικιλότητας και στήριξη της τοπικής οικονομίας.

Προτείνονται τα εξής άμεσα μέτρα:

Ενεργοποίηση του υπομέτρου 8.2. του ΠΑΑ 2014-2020 για τη δημιουργία και συντήρηση αγροδασικών συστημάτων, ένα εργαλείο που παραμένει ανεκμετάλλευτο, παρότι η χώρα μας διαθέτει μεγάλη έκταση τέτοιων συστημάτων.

Χρήση του εγχώριου γενετικού υλικού με αντοχή στις κλιματικές αλλαγές, για τη δημιουργία παραγωγικών αναδασώσεων που ενισχύουν τη βιοποικιλότητα και στηρίζουν την τοπική γεωργία και μελισσοκομία. Προτείνεται η αξιοποίηση ανενεργών δασικών φυτωρίων, καθώς και η δημιουργία σποροπαραγωγών κήπων και τραπεζών γενετικού υλικού, ακολουθώντας το παράδειγμα της Κύπρου.

Δημιουργία εγχώριας σποροπαραγωγής ενδημικών ψυχανθών, ώστε να μειωθεί η εξάρτηση από εισαγόμενα είδη στα προγράμματα εμπλουτισμού εδαφών.

Εφαρμογή του σχεδίου του ΥπΑΑΤ για συντήρηση και επέκταση του δικτύου υδρομετεωρολογικών σταθμών, από 250 σε 400 σταθμούς, για καλύτερη παρακολούθηση των κλιματικών δεδομένων και εφαρμογή γεωργίας ακριβείας.

Θεσμοθέτηση καινοτόμων εργαλείων διαχείρισης γης, όπως:

Συμμετοχική επιστασία γης,

Το σύστημα GIAHS (Παγκόσμια Συστήματα Σημαντικής Αγροτικής Κληρονομιάς του FAO),

Η ένταξη περιοχών υψηλής φυσικής αξίας (HNV farmland), ιδίως σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές.

Αναγνώριση των ξερολιθιών ως “πράσινη υποδομή” για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Η διατήρηση και επανάχρησή τους για παραγωγικούς σκοπούς θα μπορούσε να ενταχθεί στη νέα ΚΑΠ με αντίστοιχα μέτρα στήριξης.

Προτείνονται επίσης ορισμένες θεσμικές καινοτομίες:

Τα νέα διαχειριστικά σχέδια στο πλαίσιο της ΚΑΠ πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη έμφαση στο έδαφος, τη διάβρωση και την οργανική ύλη, που πλέον αξιολογούνται μετρήσιμα.

Η παραδοσιακή μεσογειακή δασοπονία, που εμπεριέχει πρακτικές αγροδασοπονίας, χρειάζεται να αναγνωριστεί ως «έξυπνη» πρακτική προσαρμογής στην κλιματική κρίση. Η Ελλάδα οφείλει να προωθήσει σχετικά προγράμματα, αξιοποιώντας τη νέα ΚΑΠ, το Ταμείο Συνοχής, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων, το LIFE, το Horizon Europe και τη νέα ευρωπαϊκή στρατηγική για τη βιοποικιλότητα.

Η επιτυχία αυτής της προσπάθειας εξαρτάται και από τη σύνδεση με τα Διαχειριστικά Σχέδια Βόσκησης και τις Ειδικές Περιβαλλοντικές Μελέτες που εκπονούνται για τις περιοχές Natura 2000.

Με εκτίμηση,

Το Πράσινο Ινστιτούτο

Τα σχέδια αυτά χρειάζονται να έχουν ως στόχους:

την αντιμετώπιση της υπερβόσκησης που είναι σημαντικός παράγοντας ερημοποίησης, ιδιαίτερα στα νησιά του Αιγαίου, όπου η εκτατική κτηνοτροφία ασκείται ασύδοτα και αποτελεί κύριο παράγοντα καταστροφής, μεταξύ άλλων, και των αναβαθμίδων, καθώς και της υπερβόσκησης σε ορεινές περιοχές που απειλούνται άμεσα από μέγα-πυρκαγιές εξαιτίας της συσσώρευσης μεγάλου όγκου βιομάζας,

την υλοποίηση παραγωγικών αναδασώσεων με θάμνους και δέντρα και την αποκατάσταση, αξιοποίηση και δημιουργία νέων δασολιβαδικών συστημάτων, ώστε να μειώνεται η εποχική έλλειψη βοσκήσιμης ύλης,

τη δημιουργία πολιτικών ανόρθωσης και επαναχρησιμοποίησης εγκαταλειμμένων εκτάσεων,

τη δημιουργία πολιτικών στήριξης της εκτατικής κτηνοτροφίας και αξιοποίηση των φιλοπεριβαλλοντικών πτυχών της,

την υιοθέτηση πρακτικών εποχικής βόσκησης με διαφορετικά ζώα και μίξης συστημάτων βόσκησης, την αποφυγή της μετατροπής της εκτατικής προβατοτροφίας σε ημι-εντατική βοοτροφία, ιδιαίτερα στις ορεινές περιοχές, καθώς και την υιοθέτηση πρακτικών όπως οι ηλεκτρικοί φράκτες για τον έλεγχο της

την αξιοποίηση αυτόχθονων φυλών ζώων βοσκής γιατί είναι συμβατές με την κλιματική αλλαγή και μπορούν να δώσουν υψηλής ποιότητας μοναδικά προϊόντα

την δημιουργία «κριτηρίου βιοποικιλότητας» με την κατανομή πόρων και πιστώσεων στις εκτάσεις με την υψηλότερη βιοποικιλότητα για την στήριξη της οικονομικής βιωσιμότητάς τους.

Αφήστε μια απάντηση