Αναλυτικά οι θέσεις του κόμματος για τον πρωτογενή τομέα.
Ο πρωτογενής τομέας για την Ελλάδα (Γεωργία, Κτηνοτροφία, Αλιεία, Διαχείριση Δασών και Εδαφοϋδατικών πόρων, θήρα και εξόρυξη μεταλλευμάτων) είναι στρατηγικής σημασίας:
Σπουδαία δυνατότητα δημιουργίας προστιθέμενης αξίας και απασχόλησης στην οικονομία μας, με τα εξαιρετικά προϊόντα της ελληνικής γης να μπορούν να κυριαρχήσουν στις παγκόσμιες αγορές. Η διατροφική αυτάρκεια του Ελληνικού λαού είναι παράγοντας εθνικής ανεξαρτησίας και επιβίωσης.
Το πρόσφατο παγκόσμιο lockdown λόγω COVID-19 απέδειξε ότι μία επισιτιστική κρίση δεν είναι τόσο μακρυά όσο φανταζόμασταν, με κάθε χώρα να επιδιώκει κατά προτεραιότητα την επιβίωση του δικού της πληθυσμού, αποχαιρετίζοντας εύκολα την πολυδιαφημισμένη «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη».
Η διατήρηση ικανού πληθυσμού μας στην ύπαιθρο αποτελεί σημαντικό θεμέλιο για την εθνική μας επιβίωση στο μέλλον.
Ταυτόχρονα οι φυσικές προϋποθέσεις της πατρίδας μας είναι μοναδικά ευνοϊκές:
Οι μοναδικές ελληνικές εδαφοκλιματικές συνθήκες καθιστούν τα παραγόμενα προϊόντα κυριολεκτικά υπερτροφές, με αντιοξειδωτικές ουσίες, με υψηλή διαιτητική αξία και, υπό συνθήκες, με θεραπευτικές ιδιότητες.
Διαθέτουμε την πλουσιότερη χλωρίδα της Μεσογείου αλλά και της Ευρώπης ανά μονάδα επιφάνειας, με περισσότερα από 100 ενδημικά αυτοφυή φυτά της Ελλάδας να μπορούν να καλλιεργηθούν για διατροφικές ανάγκες!
Πάνω από 1.650 είδη και υποείδη αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών συνιστούν ένα αναξιοποίητο κεφάλαιο αυτοφυούς βλάστησης, με εξαιρετικές ευκαιρίες εμπορικής αξιοποίησης μοναδικών προϊόντων σχεδόν για κάθε τόπο στην Ελλάδα.
Το γεωγραφικό ανάγλυφο της πατρίδας μας αποτελεί φυσικό πλεονέκτημα για την κτηνοτροφία.
Έχουμε την μεγαλύτερη ιχθυοπαραγωγή στην Ευρώπη.
Ο πρωτογενής μας τομέας ωστόσο δεν εκμεταλλεύεται τα συγκριτικά του πλεονεκτήματα. Η λαμπρή πορεία που όφειλε και δικαιούται να έχει, αμαυρώνεται από διαρθρωτικά προβλήματα και κακές διαχρονικά πολιτικές στην πρωτογενή παραγωγή αλλά και τη μεταποίησή της. Οι κυριότερες αδυναμίες της πρωτογενούς μας παραγωγής συνοψίζονται στα εξής:
Επαναπαυθήκαμε στην πανάκεια των ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, εκχωρώντας την ευθύνη διαχείρισης της παραγωγής και της διατροφής μας στους επιτήδειους της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (Κ.Α.Π.) της Ευρώπης, οι οποίοι επέβαλαν δυσμενείς κανόνες και περιορισμούς στη λειτουργία και δραστηριότητα του αγροτικού μας τομέα.
Υποτιμήσαμε ως κοινωνία την εικόνα και την αξία του να είναι κανείς παραγωγός. Στην Ελλάδα της ανεργίας, προσλαμβάνονται ξένοι για τις αγροτικές εργασίες. Καλλιεργήσιμες περιοχές εγκαταλείφθηκαν γιατί με λιγότερο κόπο νοικιάζουμε δωμάτια ή σερβίρουμε καφέ.
Οι συνεταιρισμοί μας έγιναν εργαστήρια κομματοκρατίας και βολέματος συνδικαλιστών διαφόρων χρωμάτων χωρίς να συνεισφέρουν σε τεχνολογική ανάπτυξη, στις οικονομίες παραγωγής, στο εμπορικό όραμα.
Τα οικονομικά της πρωτογενούς παραγωγής έχουν υποστεί σοβαρές στρεβλώσεις υπό την πίεση των προδιαγραφών και του κόστους παραγωγής, της μαύρης εργασίας, της μικρής διαπραγματευτικής δύναμης στα δίκτυα διανομής, και των ανταγωνιστικών πιέσεων από εισαγόμενα εντός και εκτός Ε.Ε.
Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, ενώ το 1981 (ένταξη στην ΕΟΚ), η γεωργία απασχολούσε 24% του εργατικού δυναμικού με 13 δις ευρώ θετικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών (εξαγωγές – εισαγωγές αγροτικών προϊόντων), το 2019 η γεωργία απασχολεί μόλις 12% του εργατικού δυναμικού, με 6 δις ευρώ αρνητικό ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών αγροτικών προϊόντων. Η εγκατάλειψη του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα ΔΕΝ σχετίζεται με κάποιον γενικό μετασχηματισμό των οικονομιών ή με κάποια γενική φτωχοποίηση του ευρωπαϊκού νότου. Ενώ στην Ελλάδα το 2019 ο πρωτογενής τομέας αντιπροσώπευε μόλις 3,6% του ΑΕΠ μας, στην Ιταλία ήταν αντίστοιχα 15% και στην Ισπανία 12,2% -χώρες που έχουν και βιομηχανία και υπηρεσίες και τουρισμό.
Η Ελλάδα είναι σημαντική παραγωγός βιομηχανικών ορυκτών, με μεγέθη αποθεμάτων και ύψη παραγωγής που κατέχουν υψηλότατη θέση στη παγκόσμια κατάταξη.
Πολλά από τα ελληνικά βιομηχανικά ορυκτά μπορούν να αξιοποιηθούν σε καινοτόμες εφαρμογές, εξειδικευμένες χρήσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία και ακόμη έχουν περιβαλλοντικό προσανατολισμό δηλ. χρησιμοποιούνται με σκοπό την προστασία του περιβάλλοντος.
Δεν εκμεταλλευόμαστε όμως τον ορυκτό μας πλούτο. Εξάγουμε μόνο πρώτες ύλες και εισάγουμε τελικά προϊόντα από τα οποία χάνουμε την υπεραξία και τα πληρώνουμε υπερβολικά.
Υποδομές για Βιωσιμότητα της Πρωτογενούς μας Παραγωγής
Η στρατηγική βιωσιμότητα της Πρωτογενούς μας Παραγωγής σημαίνει ότι οι νέοι άνθρωποι
θέλουν να ασχοληθούν με την παραγωγή,
βρίσκουν τους πόρους, τις υποδομές και την καθοδήγηση,
η ενασχόλησή τους γίνεται με όρους επικερδείς.
Στο πλαίσιo αυτό:
Η Πολιτεία πρέπει να εκπονήσει κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα για όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες αλλά και στα μέσα μαζικής επικοινωνίας για το σύνολο του Ελληνικού λαού, ώστε να εμφυσήσει την αγάπη και το σεβασμό στην ελληνικής νεολαίας για αυτόν τον «άγνωστο», τον πρωτογενή μας τομέα.
Άρση των περιορισμών της Ε.Ε. για μέγιστη παραγωγή στα ελληνικά προϊόντα με συγκριτικά ποιοτικά πλεονεκτήματα. (Ελαιόλαδο, οίνος, γαλακτοκομικά προϊόντα κλπ).
Ανάπτυξη και εκμετάλλευση νέων ειδών από την πλούσια Ελληνική χλωρίδα (αρωματικών, φαρμακευτικών και εδώδιμων)
Ίδρυση κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας, για την αποτελεσματική άτοκη χρηματοδότηση του πρωτογενούς τομέα (νέων αγροτών, κτηνοτρόφων, ιχθυοκαλλιεργητών κλπ).
Δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας του ΟΑΕΔ για εύρεση εποχικής αγροτικής εργασίας και καταπολέμηση της μαύρης ανασφάλιστης εργασίας.
Πλαίσιο συμβουλευτικής υποστήριξης νέων που θέλουν να επενδύσουν επαγγελματικά στην αγροτική παραγωγή.
Αύξηση της εμπορικότητας του πρωτογενούς τομέα με
μείωση κόστους παραγωγής με επιδότηση στο ενεργειακό κόστος πρωτογενούς παραγωγής (σήμερα το 18% του συνόλου των εισροών) ή στην ενεργειακή αυτονόμηση.
Θέσπιση ελαχίστων τιμών χονδρικής πώλησης από τους παραγωγούς με βάση το πραγματικό κόστος παραγωγής, ώστε να διασφαλίζεται η κερδοφορία της παραγωγής και ταυτόχρονα να μειώνεται η διαπραγματευτική πίεση των μεσαζόντων.
Θέσπιση ελαχίστων τιμών λιανικής πώλησης προϊόντων ώστε να διασφαλίζεται στον πελάτη η δυνατότητα προτίμησης των ποιοτικότερων ελληνικών προϊόντων στη βάση της σχέσης ανώτερης ποιότητας/εντοπιότητας προς εφάμιλλη τιμή.
Πλήρης αξιοποίηση των υδάτινων πόρων με αρδευτικά έργα υποδομής για την συγκέντρωση των υδάτων.
Ενίσχυση των νησιών με εγκαταστάσεις αφαλάτωσης θαλασσίου ύδατος για αρδευτική χρήση.
Συνεταιρισμοί: Από την κομματοκρατία στο «εύ συνεταιρίζεσθαι»
Στη χώρα μας το «δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι» κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1864. Μόλις 14 χρόνια αργότερα είχαν φτάσει τους 5.186. Ως εξαιρετικά επιτυχημένο μοντέλο, όμως, δεν άργησε να προσελκύσει και πολιτικές παρεμβάσεις ήδη από τη δεκαετία του ’30. Κι αυτή ήταν η αρχή του τέλους τους. Οι συνεταιρισμοί, σχολιάζουν οι ερευνητές, «έγιναν πρωτίστως μηχανισμοί παραγωγής ψήφων και όχι υγιείς επιχειρηματικές μονάδες. Η αναπόφευκτη συνέπεια ήταν η συσσώρευση γιγάντιων χρεών, που με τη σειρά της οδήγησε σε ακόμα περισσότερες πολιτικές παρεμβάσεις για τη ρύθμισή τους».
Σήμερα, τη στιγμή που για παράδειγμα ο ολλανδικός κολοσσός της Friesland είναι στην ρίζα του συνεταιρισμός κτηνοτρόφων, στην Ελλάδα μόλις 80 συνεταιρισμοί είναι έστω κερδοφόροι. Επομένως θα πρέπει με ειδική νομοθεσία να κατοχυρωθεί πλέον το «ευ συνεταιρίζεσθαι».
Η ανάπτυξη μονάδων συνεργατικότητας στον πρωτογενή τομέα σήμερα είναι απόλυτη ανάγκη, για μείωση κόστους, ορθολογικές επενδύσεις, διαπραγματευτική ισχύ στις τιμές και ισχυρότερη διανομή, διασφαλίζοντας αυξημένη μαζική συνεργασία:
οριζόντια μεταξύ των αγροτών (παραδοσιακοί ή νέου τύπου συνεταιρισμοί, αγροτικές επιχειρήσεις)
οριζόντια μεταξύ των μεταποιητικών επιχειρήσεων (δίκτυα και clusters)
κάθετα μεταξύ των αγροτών και των μεταποιητικών επιχειρήσεων (συμβολαιακή γεωργία, υβριδικά σχήματα συνεργασίας μεταξύ συνεταιρισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων)
μεταξύ ολόκληρης της αλυσίδας αξίας και των ερευνητικών κέντρων.
Η ανασυγκρότηση και επανίδρυση συνεταιρισμών σε υγιή αναπτυξιακή βάση συνεπάγεται:
Οικονομικά κίνητρα για συμμετοχή σε συνεργατικά σχήματα.
Δημιουργία νομικού πλαισίου που να δίνει στους συνεταιρισμούς την ευελιξία να καθορίζουν οι ίδιοι, μέσω του καταστατικού τους, την εσωτερική οργάνωσηκαι επιχειρηματική κατεύθυνση που επιθυμούν.
Δημιουργία ηλεκτρονικών εφαρμογών για τη διαχείριση της δραστηριότητας των συνεργατικών σχηματισμώνκαι την επικοινωνία των μελών τους.
Πρόγραμμα οικοδόμησης ικανοτήτων για τη δημιουργία συνεργατικών σχημάτων.
Δημιουργία προγραμμάτων που ενθαρρύνουν τη συνεργατικότητα και την εξωστρέφεια με την από κοινού αξιοποίηση δικτύων μάρκετινγκ και εμπορίας.
Γεωργία
Προτάσσουμε νέο εθνικό μοντέλο για τη γεωργική ανάπτυξη που θα θέτει σε πρώτο πλάνο τον γεωργό και τη σχέση του με τη γη και το περιβάλλον.
Ψηφιοποίηση της γεωργικής παραγωγής σε ένα πλαίσιο ευφυούς γεωργίας.
Ορισμός και καταγραφή γεωγραφικών ζωνών παραγωγής παραδοσιακών και καινοτόμων προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής, ώστε να προστατεύεται η ποιότητα μοναδικών προϊόντων που παράγονται σε ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες και αποτελούν «σημαία» πολλών περιοχών της πατρίδος μας.
Κεντρικός σχεδιασμός της αγροτικής παραγωγής κατά περιφέρεια με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς.
Αδέσμευτη αγροτική πολιτική που να εξυπηρετεί αποκλειστικά τα Ελληνικά συμφέροντα.
Μηχανισμός αντιμετώπισης και διαχείρισης επισιτιστικών κρίσεων με κατάλληλες υποδομές (περιφερειακά ψυγεία – αποθήκες.
Ενίσχυση του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, που αφορά στη διαρκή ροή γνώσης και πληροφορίας στους απασχολούμενους και ιδιαίτερα στους νέους αγρότες, την κατάρτισή τους με συμβουλευτικές υπηρεσίες, συστήματα ποιότητας, βιολογική γεωργία.
Λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της μαύρης οικονομίας, μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων μεν, αλλά και μέσω της οικοδόμησης ενός συστήματος ελέγχου του παραγόμενου εισοδήματος στη βάση των εισροών, σε συνδυασμό με τη μηχανογραφημένη γνώση.
Κτηνοτροφία
Η αναλογία φυτικής και ζωικής παραγωγής είναι για την Ελλάδα 70:30 ενώ για την Ευρώπη 50:50. Εισάγουμε ανεπίτρεπτα πολλά κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα αντί να τα παράγουμε. Η σχεδόν κατεστραμμένη κτηνοτροφία μας καταγράφει πτώση 30% τόσο στην παραγωγή γάλακτος όσο και στο διαθέσιμο ζωικό κεφάλαιο. Την ίδια στιγμή, σημαντικό πρόβλημα είναι η ελληνοποίηση και οι έλεγχοι σε ξένα ζώα και σφαχτά, ενώ και τα εγχώρια σφαγεία λειτουργούν με απαρχαιωμένες τεχνολογίες – απόδειξη τα 139 σφαγεία της Ελλάδας έναντι μόλις 8 της Ολλανδίας.
Παρά τη μειωμένη συμμετοχή της κτηνοτροφίας στον πρωτογενή τομέα, η κορυφαία αναλώσιμη εισροή (34%) στον πρωτογενή τομέα αφορά σε ζωοτροφές. Κλειδί στην κτηνοτροφία μας είναι οι οικονομικότερες ζωοτροφές, για τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει ειδικό πρόγραμμα (α) επιδοτήσεων και (β) εγχώριας παραγωγής τους.
Υποχρεωτική προμήθεια ελληνικών κτηνοτροφικών και γαλακτοκομικών προϊόντων σίτισης σε δραστηριότητες που χρηματοδοτεί το κράτος (νοσοκομεία, στρατός, κυλικεία σχολείων, ξενοδοχεία κοινωνικού τουρισμού κλπ).
Ανάπτυξη, βελτίωση και αξιοποίηση των Ελληνικών φυλών ζώων με στόχο την καλύτερη εκμετάλλευση της Ελληνικής υπαίθρου και την παραγωγή μοναδικών κτηνοτροφικών προϊόντων με υπεραξία.
Αλιεία
Η Ελλάδα είναι μια χώρα ευλογημένη, η οποία διαθέτει μεγάλη ακτογραμμή. Πάνω από 15.000 χλμ., για την ακρίβεια 15.147 χλμ., ακτογραμμής διαθέτει η Ελλάδα και βρίσκεται στην 9η θέση της παγκόσμιας κατάταξης των χωρών με τις μεγαλύτερες σε μήκος ακτογραμμές. Είμαστε σχετικά κοντά στην ακτογραμμή της τεράστιας Κίνας, ενώ έχουμε μεγαλύτερο μήκος ακτών από το Ηνωμένο Βασίλειο, την Βραζιλία και την Ινδία. Η θάλασσά μας είναι το κλειστό Αιγαίο πέλαγος, το ανοιχτό Ιόνιο πέλαγος και το Λιβυκό πέλαγος, τα οποία είναι τμήματα της Μεσογείου θαλάσσης.
Πώς γίνεται όμως μια χώρα, όπως η Ελλάδα, με τόσο μεγάλη παράδοση στην αλιεία, να εισάγει σήμερα ένα μεγάλο ποσοστό >50% των ψαριών που καταναλώνει; Στην Ελλάδα, η ετήσια κατανάλωση ψαρικών κατ’ άτομο είναι ιδιαίτερα υψηλή και αγγίζει τα 20 κιλά, εκ των οποίων το 66% είναι εισαγόμενα, το 22% προϊόντα εγχώριας υδατοκαλλιέργειας και μόνο το 12% προϊόντα εγχώριας αλιείας.
Από πότε η αλιεία στις ευρωπαϊκές χώρες της Μεσογείου δεν μπορεί να στηρίξει τις ανάγκες των καταναλωτών και οι εισαγωγές έχουν αγγίξει τα 5 εκατομμύρια τόνους ετησίως;
Στην Μεσόγειο υπήρχε πάντοτε μεγάλη επάρκεια αλιευτικών ειδών, σήμερα επικρατεί η άναρχη αλιεία, αλλά και η υπερ-εκμετάλλευση χωρίς τήρηση των απαραίτητων περιβαλλοντικών, υγειονομικών αλλά και λειτουργικών κανόνων.
Τα ψάρια είναι μια από τις καλύτερες τροφές και ιδιαίτερα τα ψάρια της Μεσογείου θαλάσσης, τα οποία προέρχονται από θερμά νερά (Εύκρατο-Μεσογειακό Κλίμα) και τρέφονται από ένα πλουσιότερο φυτοπλαγκτόν (μεγάλη βιοποικιλότητα).
Η υδατοκαλλιέργεια και κυρίως η ιχθυοκαλλιέργεια έχουν στρατηγικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της αλιείας.
Οι ιχθυοκαλλιέργειες είναι ένα μεγάλο κομμάτι της παραγωγής ψαριών στην Ελλάδα. Θα πρέπει να γίνονται αυστηροί έλεγχοι, ώστε τα ψάρια πού θα φτάνουν στον τελικό καταναλωτή να είναι στη μεγίστη δυνατή ποιότητα!
Βασική πρόκληση είναι ο άνισος ανταγωνισμός με τα εισαγόμενα προϊόντα τρίτων χωρών. Η Ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια μπορεί να παράγει κορυφαίας ποιότητας προϊόντα, ακολουθώντας αυστηρές προδιαγραφές (προστασία του περιβάλλοντος, υγεία των εκτρεφόμενων οργανισμών, προστασία του καταναλωτή) με αυξημένο κόστος παραγωγής.
Το παράδοξο της Ε.Ε. είναι αφ’ ενός η επιβολή πολύ αυστηρών κανόνων παραγωγής στους Ευρωπαίους ιχθυοτρόφους, αφ’ ετέρου η εισαγωγή, σε μερικές περιπτώσεις ατελώς, αντιστοίχων προϊόντων τρίτων χωρών που είναι απαλλαγμένα από το κόστος των αυστηρών πρωτοκόλλων παραγωγής.
Οφείλουν να υπάρξουν συλλογικές δράσεις και εκ μέρους της Πολιτείας ώστε να αναδειχθούν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και η ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, και να προστατευθεί ο καταναλωτής από τα εισαγόμενα.
Η Νίκη θα δώσει έμφαση στην στήριξη της αλιείας. Με σωστή διαχείριση των ιχθυαποθεμάτων, θα μπορούμε να αυξήσουμε την ποσότητα των ψαριών που αλιεύονται με πολλαπλά οφέλη όπως (χαμηλότερη τιμή πώλησης των ψαριών, καλυτέρευση της εργασίας για τους ψαράδες μας και ευκολότερη πρόσβαση των περισσότερων Ελλήνων στο φρέσκο πελαγίσιο ψάρι πού σήμερα δυσκολεύονται να αγοράσουν!
Αυτό θα επιτευχθεί με αυστηρούς κανόνες και ελέγχους που θα γίνονται σε όλους τους επαγγελματίες αλιείς
Σημαντική μερίδα ανθρώπων στην ελληνική κοινωνία είναι οι ερασιτέχνες ψαράδες οι οποίοι αδικούνται τα τελευταία χρόνια. Η θάλασσα είναι ένα δημόσιο αγαθό που όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση χωρίς καμία εξαίρεση.
Οι ερασιτέχνες ψαράδες, θα επιτρέπεται να ψαρεύουν, όλο τον χρόνο, σε όλη την ελληνική επικράτεια, με τους όρους και τους περιορισμούς που ισχύουν για κάθε αλιευτικό είδος, και τόπο. Η απαγόρευση της αλιείας με ψαροντούφεκο τον μήνα Μάιο, πρέπει να καταργηθεί.
Με τη στήριξη της αλιείας, θα μειωθούν οι τιμές των ψαριών τόσο των αλιευμένων των επαγγελματιών ψαράδων όσο και αυτών των ιχθυοκαλλιεργειών. Ο κάθε Έλληνας ερασιτέχνης ψαράς θα πρέπει να έχει την δυνατότητα να ψαρεύει όλο το χρόνο, σε όλη την ελληνική επικράτεια.