Με βάση το τζίρο του 2021 η ενίσχυση, που αρχικά επρόκειτο να είναι 100 εκατ. ευρώ συνολικά για όλο τον κλάδο.

Στους ελέγχους στην αγορά και την επιβολή προστίμων αναφέρθηκε ο Γιώργος Γεωργαντάς ενώ διαβεβαίωσε για την επάρκεια στην αγορά και προέβλεψε αυξήσεις σε λογικά πλαίσια ενόψει Πάσχα.

Πιο συγκεκριμένα, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, μιλώντας στην εκπομπή του ΑΝΤ1 «Καλημέρα Ελλάδα», ξεκαθάρισε ότι δεν τίθεται θέμα επάρκειας στην αγορά.

Έφερε μάλιστα ως παράδειγμα το ηλιέλαιο για το οποίο έγινε πολύ λόγος με την επιβολή πλαφόν στις αγορές σε κάποιες αλυσίδες σούπερ μάρκετ και είπε ότι αυτό έγινε γιατί κάποιοι επαγγελματίες φοβούμενοι τις αυξήσεις έσπευσαν να αγοράσουν μεγάλες ποσότητες.

Ο κ. Γεωργαντάς εστίασε στο θέμα της αισχροκέρδειας, διαβεβαιώνοντας πως θα παταχθεί όπου εμφανιστεί με συνεχείς και συστηματικούς ελέγχους και την επιβολή προστίμων όπου διαπιστωθεί η παραμικρή παράβαση.

Featured Image

Σχετικά με την μη δημοσιοποίηση των προστίμων που επιβλήθηκαν σε μεγάλες αλυσίδες, είπε ότι αυτό είναι θέμα κανονιστικού ελέγχου.

Ο κ. Γεωργαντάς υπογράμμισε ότι η Κυβέρνηση από την πρώτη στιγμή κάνει συνεχείς παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της ακρίβειας που είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Τις επόμενες μέρες δε θα υλοποιηθούν και οι παρεμβάσεις που ανακοινώθηκαν πρόσφατα ύψους 1 δισ. ευρώ.

Σε ότι αφορά τη μείωση του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά, ενδεχόμενο που άφησε ανοικτό ο Πρωθυπουργός, είπε ότι αν χρειαστεί θα γίνει, αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε τώρα γιατί δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει η κρίση και δεν μπορούμε να δώσουμε όλα τώρα.

Συμπλήρωσε πως και στις ζωοτροφές υπάρχει επάρκεια, αλλά οι τιμές είναι αυξημένες. Πρόβλεψε δε πως οι τιμές εν όψει του Πάσχα θα είναι αυξημένες αλλά σε λογικά πλαίσια και πρόσθεσε πως οι κτηνοτρόφοι θα επιδοτηθούν με ένα ποσό γύρω στα 45 εκ. ευρώ με βάση τον τζίρο τους το 2021 για να καλύψουν ένα μέρος από τις αυξημένες δαπάνες τους.

Ο κ. Γεωργαντάς τόνισε πως η Κυβέρνηση κινείται σε δυο άξονες για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των ανατιμήσεων. Αφενός προσπαθώντας να μειώσει την αύξηση του κόστους παραγωγής και αφετέρου να προστατέψει τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού ενισχύοντας το εισόδημα τους, όσο βέβαια το επιτρέπουν τα δημοσιονομικά δεδομένα.