Δείτε την απόφαση που εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας πριν από ένα μήνα περίπου:
ΣτΕ Δ΄ επτ. 428/2024
Πρόεδρος: Σπ. Χρυσικοπούλου, Αντιπρόεδρος
Εισηγήτρια: Κ. Κονιδιτσιώτου, Σύμβουλος Επικρατείας
Νόμιμη απόφαση του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων περί καταχώρισης στο Μητρώο Ποικιλιών ως συνωνύμου της ονομασίας φυτικής ποικιλίας ελιάς “ΚΑΛΑΜΩΝ/KALAMON” της από μακρού χρόνου χρησιμοποιούμενης ευρέως παλαιάς ονομασίας “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA”. Δεν θίγεται η καταχωρισθείσα το έτος 1996 Π.Ο.Π. “Ελιά Καλαμάτας”, “olive de Kalamata”.
Εφαρμοστέα η ειδική διάταξη του άρθρου 42 του Κανονισμού 1151/2012, με το οποίο τίθενται οι προϋποθέσεις επιτρεπτής συνύπαρξης προϋφιστάμενης της καταχώρισης Π.Ο.Π. ονομασίας φυτικής ποικιλίας και Π.Ο.Π., προκειμένου να επιτευχθεί δίκαιη ισορροπία αφενός των δικαιωμάτων και ελευθεριών του συνόλου των επιχειρήσεων του διατροφικού κλάδου που παράγουν κοινά, μη Π.Ο.Π. προϊόντα, αφετέρου δε των παραγωγών προϊόντων Π.Ο.Π., ώστε να μην επεκταθεί πέραν του αναγκαίου μέτρου η προστασία των προϊόντων Π.Ο.Π. εις βάρος των κοινών προϊόντων, που προέρχονται από την ίδια φυτική ποικιλία.
Α. Με τις διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 2 και 42 του Κανονισμού 1151/2012 τίθενται ειδικοί κανόνες, με τους οποίους οριοθετείται επί τη βάσει κοινών αρχών η σχέση μεταξύ ονομασίας φυτικής ποικιλίας και προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης, προβλέπονται δε περιπτώσεις επιτρεπτής συνύπαρξής τους, παρά την ομοιότητά τους. Το μεν άρθρο 6 παρ. 2 αφορά το στάδιο πριν την καταχώριση Π.Ο.Π., το δε άρθρο 42 διέπει τη χρήση προϋφιστάμενης ονομασίας φυτικής ποικιλίας μετά την καταχώριση Π.Ο.Π. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ειδικότερα-όπως το σύστημα της όλης ρύθμισης φωτίζεται και από τη μεταγενέστερη τροποποίηση του άρθρου 6- ότι δεν εμποδίζεται, υπό προϋποθέσεις, εν όψει των πραγματικών δεδομένων συγκεκριμένης περίπτωσης, η συνύπαρξή τους, προκειμένου να επιτευχθεί δίκαιη “ισορροπία των διακυβευόμενων συμφερόντων”, αφενός, δηλαδή, των δικαιωμάτων και ελευθεριών του συνόλου των επιχειρήσεων, ιδίως του διατροφικού κλάδου, που παράγουν κοινά, μη Π.Ο.Π., προϊόντα, προερχόμενα από ορισμένη φυτική ποικιλία προϋφιστάμενη της καταχώρισης Π.Ο.Π., δεδομένης και της σημαντικής λειτουργίας της ονομασίας φυτικής ποικιλίας για την ιχνηλασιμότητα του συστήματος και τη διασφάλιση της ποιότητας της γεωργικής παραγωγής εν γένει, αφετέρου δε των παραγωγών προϊόντων Π.Ο.Π., λόγω της ειδικής στόχευσης του οικείου συστήματος προστασίας για την ανάδειξη τοπικών προϊόντων με ιδιαίτερα ποιοτικά χαρακτηριστικά, ώστε να μην επεκταθεί πέραν του αναγκαίου μέτρου η προστασία των προϊόντων Π.Ο.Π., που προέρχονται από ορισμένη φυτική ποικιλία, εις βάρος των λοιπών προϊόντων των προερχομένων από την ίδια φυτική ποικιλία. Κατά το γράμμα των ανωτέρω διατάξεων της νομοθεσίας περί Π.Ο.Π. (βλ. επιπροσθέτως τον τίτλο του άρθρου 42 “εξαιρέσεις από προϋφιστάμενες χρήσεις”, βλ. και, ιδίως, το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 6 , όπως ισχύει, σύμφωνα με το οποίο οι σχετικές προϋποθέσεις αξιολογούνται “σε σχέση με την πραγματική χρήση των συγκρουόμενων ονομασιών”), εν όψει του κατά τα ανωτέρω σκοπού της όλης ρύθμισης αλλά και της φύσης των συγκρουόμενων δικαιωμάτων επί ονομασιών, για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 παρ. 2 και 42 του Κανονισμού και την οριοθέτηση της συνύπαρξης ονομασίας φυτικής ποικιλίας και προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης αρκεί η διαπίστωση της πραγματικής χρήσης ορισμένης ονομασίας φυτικής ποικιλίας, ανεξαρτήτως της τυχόν επίσημης καταχώρισης της σε ειδικό κατάλογο ποικιλιών, καταχώρησης η οποία δεν είναι κρίσιμη για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών, εφόσον ο ως άνω Κανονισμός δεν διακρίνει. Περαιτέρω, η ως άνω διάταξη του άρθρου 42, με την οποία καθορίζονται οι προϋποθέσεις, με τις οποίες παραμένει ελεύθερη η χρήση προϋφιστάμενης ονομασίας φυτικής ποικιλίας και δεν εμποδίζεται η διάθεση στην αγορά των σχετικών προϊόντων μετά την καταχώριση προϊόντος Π.Ο.Π., για την ταυτότητα του λόγου, ρυθμίζει κατά την έννοιά της και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η καταχώριση προϋφιστάμενης ονομασίας φυτικής ποικιλίας σε ειδικό κατάλογο ποικιλιών μετά την καταχώριση προϊόντος Π.Ο.Π.
Β. Όπως προκύπτει από τα συνοδεύοντα την επίδικη υπουργική απόφαση προπαρασκευαστικά στοιχεία (βλ., ιδίως, τη γνωμοδότηση της Τ.Ε.Π.Υ., στην οποία στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά και την “Τεχνική έκθεση” που συνυποβλήθηκε με την 19.7.2022 αίτηση καταχώρισης), από τη Διοίκηση έγινε δεκτό ότι, πριν την καταχώριση σε ενωσιακό επίπεδο το έτος 1996 ως Π.Ο.Π. της ονομασίας “Ελιά Καλαμάτας/Elia Kalamatas”, “olive de Kalamata” (αγγλική και γαλλική μετάφραση, “olive di Kalamata”, “aceitunas de Kalamata”, ιταλική και ισπανική μετάφραση, κ.λπ.) για τις παραγόμενες στο Ν. Μεσσηνίας επιτραπέζιες ελιές, που πληρούν συγκεκριμένες προδιαγραφές και προέρχονται από τη φυτική ποικιλία “ΚΑΛΑΜΩΝ/KALAMON” (με συνώνυμα ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΗ/KALAMATIANI” κ.λπ.), γινόταν (και για προϊόντα παραγόμενα εκτός του Ν. Μεσσηνίας) μακροχρόνια (τουλάχιστον από το έτος 1954 κατά την “Τεχνική Έκθεση” και από το έτος 1957 κατά τη γνωμοδότηση της Τ.Ε.Π.Υ.) πραγματική χρήση της ονομασίας φυτικής ποικιλίας “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA” (ή “CALAMATA”) ως συνωνύμου της ονομασίας της ίδιας ως άνω φυτικής ποικιλίας, η καλλιέργεια της οποίας από μακρού χρόνου είχε επεκταθεί ευρέως και σε άλλες περιοχές της Χώρας. Συγκεκριμένα, έγινε δεκτό ότι η ονομασία “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA” αποτελεί παλαιά ονομασία της φυτικής ποικιλίας (μνημονευόμενη, μάλιστα, ρητά-σύμφωνα με την “Τεχνική Έκθεση”- και στη νομοθεσία ήδη από το έτος 1954 για τις εξαγωγές, καθιστάμενη δε υποχρεωτική γι’ αυτές ως ονομασία φυτικής ποικιλίας από το έτος 1979- βλ. τη γνωμοδότηση της Τ.Ε.Π.Υ.-, με αναφορά της ονομασίας και σε τιμολόγια από το έτος 1957 έως και το έτος 1992, που αφορούσαν περιοχές εκτός του Ν. Μεσσηνίας). Επίσης, έγινε δεκτό ότι η συγκεκριμένη ποικιλία ανεξαρτήτως του τόπου της αρχικής καλλιέργειάς της (η οποία, πάντως, αναφέρεται ότι από παλαιά είχε επεκταθεί πέραν του Ν. Μεσσηνίας, βλ. βιβλιογραφική αναφορά του έτους 1928 και μεταγενέστερη) έχει επεκταθεί και εκτός της περιοχής προστασίας της Π.Ο.Π. του Ν. Μεσσηνίας με χρήση και της επίδικης ονομασίας “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA” από παλαιά (περισσότερο από 35 έτη πριν από την κατοχύρωση του Π.Ο.Π. προϊόντος, με αναφορά στα ανωτέρω τιμολόγια, στα οποία αναγράφονται άλλες περιοχές, λ.χ. το Αίγιο, την Πάτρα και τον Πειραιά). Τα τελευταία δε έτη ένα πολύ μικρό μέρος της συνολικής παραγωγής της ποικιλίας στη Χώρα πραγματοποιείται στο Ν. Μεσσηνίας, από το παραγόμενο δε στο νομό αυτό προϊόν, ένα ιδιαίτερα χαμηλό ποσοστό του μόνον πληροί τις απαιτούμενες για Π.Ο.Π. προδιαγραφές, με αποτέλεσμα, το μεγαλύτερο μέρος του διακινούμενου στην αγορά, εγχώρια ή του εξωτερικού, προϊόντος της συγκεκριμένης φυτικής ποικιλίας να παράγεται εκτός του Ν. Μεσσηνίας. Περαιτέρω, έγινε δεκτό ότι τα προερχόμενα από τη φυτική αυτή ποικιλία προϊόντα γενικώς- και όχι ειδικά το προϊόν Π.Ο.Π.- απολαύουν εξαιρετικής φήμης επί σειρά ετών στην Ελλάδα και το εξωτερικό (με αναφορά και σε βιβλιογραφία). Εξάλλου, έγινε δεκτό από τη Διοίκηση ότι, για το λόγο ότι η συγκεκριμένη φυτική ποικιλία (ανεξάρτητα του τόπου καλλιέργειάς της), με την πάροδο του χρόνου απέκτησε κατά τα ανωτέρω εξαιρετική φήμη, εκείνη συντέλεσε, στη συνέχεια, στην ανάδειξη και, κατ’ επέκταση, ανάπτυξη της φήμης του προϊόντος Π.Ο.Π., που κατοχυρώθηκε πολύ μεταγενέστερα. Επομένως, από το σύνολο των ιδιαίτερων περιστάσεων που συντρέχουν εν προκειμένω προκύπτει ότι δεν τίθεται ζήτημα εκμετάλλευσης της φήμης του προϊόντος Π.Ο.Π. από την ως άνω παλαιά ονομασία φυτικής ποικιλίας, κίνδυνος παραπλάνησης ή περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού. Από τα προεκτεθέντα προκύπτει ότι η Διοίκηση δέχθηκε ότι η ηχητική ομοιότητα μεταξύ των δύο ονομασιών (“ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA” αφενός και “Ελιά Καλαμάτας/Elia Kalamatas”, “Olive de Kalamata” κ.λπ. αφετέρου), ομοιότητα που έγκειται στο οικείο τοπωνύμιο (το οποίο, πάντως, εμπεριέχεται και στις μη αμφισβητούμενες ονομασίες της ίδιας φυτικής ποικιλίας “ΚΑΛΑΜΩΝ/KALAMON- που αποτελεί απόδοση στη δημοτική γλώσσα της ομώνυμης πόλης- και “ΚΑΛΑΜΑΤΙΑΝΗ/KALAMATIANI”, και με την πρόσθετη επισήμανση ότι η γενική πτώση “Καλαμάτας”, ή το “de”, “di” κ.λπ. υποδηλώνει και την προέλευση από ορισμένη περιοχή και, ευλόγως, δύναται να γίνει αντιληπτό ότι παραπέμπει σε προϊόν Π.Ο.Π.), δεν εμποδίζει τη νόμιμη συνύπαρξή τους βάσει των οριζομένων στο άρθρο 42 του ανωτέρω Κανονισμού 1151/2012. Τούτο δε διότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση πληρούνται οι επιμέρους προϋποθέσεις του άρθρου αυτού. Ειδικότερα, το προϊόν Π.Ο.Π. προέρχεται από την ίδια φυτική ποικιλία, η οποία έχει εξαπλωθεί πέραν των ορίων της περιοχής Π.Ο.Π. πριν την καταχώριση της Π.Ο.Π. και δεν διαπιστώνεται κίνδυνος παραπλάνησης του καταναλωτή-ως τέτοιου νοούμενου του μέσου ενημερωμένου και ευλόγως προσεκτικού καταναλωτή-, εκμετάλλευση της φήμης του Π.Ο.Π. προϊόντος ή συνδρομή περιπτώσεως αθέμιτου ανταγωνισμού. Σχετικά, ειδικότερα, με τις τελευταίες τρεις προϋποθέσεις, η Διοίκηση στήριξε τη κρίση της στη μακροχρόνια και προγενέστερη της καταχώρισης Π.Ο.Π.- ειδικώς δε για τα εξαγώγιμα προϊόντα και ως αποτέλεσμα νομικής υποχρέωσης τεθείσης με το π.δ. 221/1979- πραγματική χρήση της ονομασίας φυτικής ποικιλίας “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA” πέραν των τοπικών ορίων του Ν. Μεσσηνίας καθώς και την εξαιρετική φήμη και αναγνωρισιμότητα επί μακρόν στην Ελλάδα και το εξωτερικό της εν λόγω ποικιλίας, καθώς και των προερχόμενων από την ποικιλία αυτή και φερόντων σχετική επισήμανση προϊόντων, σε συνδυασμό με την αντιστοίχως περιορισμένη και σε μεταγενέστερο χρόνο διάδοση του Π.Ο.Π. προϊόντος “Eλιά Καλαμάτας”, “οlive de Kalamata” κ.λπ. Όπως, δηλαδή, συνάγεται από όλα τα ανωτέρω, κατά τις παραδοχές της Διοίκησης, από τον τρόπο και τις ιδιαίτερες περιστάσεις της μακροχρόνιας χρήσης της ονομασίας φυτικής ποικιλίας “ΚΑΛΑΜΑΤΑ/KALAMATA”, η οποία, καλλιεργούμενη, πλέον (ανεξαρτήτως της αφετηρίας της) σε ολόκληρη την Επικράτεια, κυρίως δε εκτός του Ν. Μεσσηνίας, διαθέτει εξαιρετική φήμη, και το νόημα που η ονομασία αυτή απέκτησε με την πάροδο του χρόνου, ο μέσος ενημερωμένος και ευλόγως προσεκτικός καταναλωτής της Χώρας και του εξωτερικού, στο οποίο κυρίως απευθύνονται τα παραγόμενα από την ποικιλία προϊόντα, εκλαμβάνει την ονομασία αυτή ως ονομασία της συγκεκριμένης φυτικής ποικιλίας και όχι ως ονομασία προϊόντος παραγόμενου αποκλειστικά στο Ν. Μεσσηνίας και, μάλιστα, του συγκεκριμένου προϊόντος Π.Ο.Π. “Eλιά Καλαμάτας”, “οlive de Kalamata” κ.λπ., με αποτέλεσμα να μην συντρέχει κίνδυνος παραπλάνησής του, εκμετάλλευση της φήμης του προϊόντος Π.Ο.Π. ή περίπτωση αθέμιτου ανταγωνισμού.
Γ. Στην κρινόμενη υπόθεση έχει ευθεία εφαρμογή η ειδική για το ζήτημα διάταξη του άρθρου 42 και δεν συντρέχει περίπτωση εφαρμογής της γενικής διάταξης του άρθρου 13 του ίδιου Κανονισμού 1151/2012, δεδομένου ότι πρόκειται για καταχώριση, μετά την κατοχύρωση προϊόντος Π.Ο.Π., σε ειδικό κατάλογο ποικιλιών προϋφιστάμενης ονομασίας φυτικής ποικιλίας, δεν τίθεται δε ζήτημα εφαρμογής, ούτε αναλόγως, άλλων διατάξεων. Κατά την κρίση του Δικαστηρίου η προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, με την οποία καταχωρίζεται στον οικείο κατάλογο η ανωτέρω παλαιά ονομασία της εν λόγω παλαιάς ποικιλίας, βρίσκει νόμιμο και επαρκές έρεισμα στα προπαρασκευαστικά στοιχεία που συνοδεύουν την επίδικη πράξη, τα οποία, κατά τρόπο, όχι γενικό και αφηρημένο ή περιοριζόμενο στην ηχητική ομοιότητα των δύο ονομασιών, αλλά με αναφορά στα δεδομένα της συγκεκριμένης περίπτωσης και το σύνολο των ιδιαίτερων περιστάσεων που συντρέχουν εν προκειμένω, με εύλογη επιχειρηματολογία, καθώς και με εφαρμογή νόμιμων κριτηρίων, όπως η πραγματική χρήση των δύο ονομασιών, η έκταση της χρησιμοποίησής τους και η εκατέρωθεν φήμη τους, τεκμηριώνουν το συμπέρασμα ότι οι δύο ονομασίες νομίμως συνυπάρχουν κατά τις διατάξεις του άρθρου 42 του ως άνω Κανονισμού.
Δ. Το Δικαστήριο δεν υποχρεούται σε αποστολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Ε.
Ε. Διατυπώθηκε μειοψηφία.
Πηγή: lawnet.gr