Ενώ η παραγωγή σιταριού και κριθαριού της Τουρκίας κατά την περίοδο εμπορίας 2024-2025 προβλέπεται να παραμείνει αμετάβλητη, η παραγωγή καλαμποκιού της χώρας αναμένεται να μειωθεί κατά 1,2 εκατομμύρια τόνους σε ετήσια βάση καθώς οι αγρότες στρέφονται στην καλλιέργεια πιο κερδοφόρων καλλιεργειών, σύμφωνα με έκθεση της Ξένη Γεωργική Υπηρεσία (FAS) του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ.
Στην έκθεσή του για το Παγκόσμιο Γεωργικό Δίκτυο Πληροφοριών, που δημοσιεύθηκε στις 4 Απριλίου, η FAS προέβλεψε μείωση της παραγωγής καλαμποκιού κατά 15% στους 7,2 εκατομμύρια τόνους.
«Η έκταση του καλαμποκιού που συγκομίστηκε το 2024-2025 αναμένεται να συρρικνωθεί σημαντικά από έτος σε έτος σε 560.000 εκτάρια καθώς οι αγρότες στρέφονται στην καλλιέργεια περισσότερου βαμβακιού, ζαχαρότευτλων, πατάτας και άλλων καλλιεργειών σε σειρά», ανέφερε η FAS.
Με την παραγωγή καλαμποκιού να μειώνεται, ο οργανισμός βλέπει τις εξαγωγές καλαμποκιού να πέφτουν από 2,4 εκατομμύρια τόνους φέτος σε 850.000 τόνους το 2024-2025.
Στην ίδια έκθεση, η FAS προέβλεψε την παραγωγή τουρκικού σιταριού αμετάβλητη από το 2023-24 στους 19,8 εκατομμύρια τόνους, καθώς οι χαμηλότερες αποδόσεις αντιστάθμισαν τα κέρδη στη συγκομιδή. Οι εισαγωγές φαίνεται να μειώνονται κατά 10% από έτος σε έτος σε 9 εκατομμύρια τόνους, καθώς η εγχώρια κατανάλωση προβλέπεται να μειωθεί κατά 300.000 τόνους.
«Λόγω του απαγορευτικού δασμού του εμπορίου 130% στο εισαγόμενο σιτάρι, που ισχύει από τον περασμένο Μάιο, οι εισαγωγές σιταριού φέτος χρησιμοποιούνται μόνο από την επιχείρηση επανεξαγωγής ζυμαρικών και αλευριού», ανέφερε η FAS. «Αυτές οι εισαγωγές πραγματοποιούνται με μηδενικό δασμό στο πλαίσιο του καθεστώτος τελειοποίησης προς επανεξαγωγή».
Η ελάχιστη παραγωγή και η κατανάλωση προβλέπεται να παραμείνουν οι ίδιες από έτος σε έτος σε 8 εκατομμύρια και 8,5 εκατομμύρια τόνους, αντίστοιχα. Ωστόσο, οι εισαγωγές κριθαριού το 2024-2025 αναμένεται να αυξηθούν πέντε φορές υψηλότερα από το σύνολο του τρέχοντος έτους σε 750.000 τόνους, ανέφερε η FAS.
«Η προβλεπόμενη αύξηση είναι απόκριση στην αναμενόμενη πτώση των αποθεμάτων μεταφοράς και προϋποθέτει σταθερή ζήτηση από εγχώριους τελικούς χρήστες και για μεταφορτώσεις», ανέφερε η υπηρεσία.