Μία έντονα ανταγωνιστική αγορά αποτελεί αυτή του εγχώριου οίνου στην Ελλάδα, ένας τομέας ο οποίος έχει κάνει άλματα ανάπτυξης ποιοτικά αλλά και παραγωγικά, σε σχέση με πριν από μερικά χρόνια. Σε κάθε περίπτωση βέβαια υπολείπεται σημαντικά από μεγάλες οινοποιητικές ζώνες του εξωτερικού όπως για παράδειγμα αυτές του Μπορντό στη Γαλλία αλλά και της Τοσκάνης στην Ιταλία, με βασικότερο χαρακτηριστικό να αποτελεί – μεταξύ άλλων – ο έντονα κατακερματισμένος ελληνικός κλήρος, γεγονός που δεν αφήνει το περιθώριο για μεγάλες παραγωγές σταφυλιού και αποτελεσματικότερο έλεγχο της παραγωγής. Την ίδια στιγμή σχεδόν το σύνολο των επιχειρήσεων αποτελούν μικρού βεληνεκούς – κυρίως οικογενειακού χαρακτήρα – οινοποιητικές επιχειρήσεις.
Συνολικά στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται αυτή τη στιγμή περίπου 1.500 οινοποιεία, από τα οποία τα 692 είναι εγκεκριμένα να παράγουν κρασιά Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ), βάσει στοιχείων της αγοράς για το 2020, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας Stochasis για την ελληνική αγορά οίνου. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι η Ελλάδα κατέχει το 26% των εγκεκριμένων κρασιών ΠΓΕ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατατάσσεται δεύτερη πίσω από την Ιταλία που έχει το 27%, ενώ τρίτη είναι η Γαλλία με 17% από συνολικό αριθμό 437 ΠΓΕ οίνων στην Ε.Ε. το 2021. Αντίστοιχα όμως η χώρα μας έχει μόνο 3% σε μερίδιο κρασιών ΠΟΠ από τα συνολικά 1.172 της Ε.Ε. το 2021, με την μεγαλύτερη αγορά να αποτελεί η Ιταλία με μερίδιο 35% στα ΠΟΠ κρασιά και τη Γαλλία έρχεται δεύτερη με 31%.
Τα κρασιά ΠΟΠ “πουλάνε” ακριβότερα
Τα κρασιά ΠΟΠ εμφανίζουν υψηλότερη προστιθέμενη αξία και σχεδόν διπλάσια τιμή σε σχέση με το σταφύλι που χρησιμοποιείται για τα υπόλοιπα κρασιά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η μέση τιμή για το 2021 στις ποικιλίες σταφυλιών ΠΟΠ κινήθηκε στα 0,49 ευρώ το κιλό, έναντι 0,27 για τα σταφύλια που χρησιμοποιούνται στα υπόλοιπα κρασιά.
Στα 150 εκατ. η αποτίμηση 31 οινοποιείων που δημοσιεύουν ισολογισμούς – Το 55% του ελληνικού κρασιού είναι χύμα.
Η συνολική αποτιμώμενη εμπορική αξία των 31 μεγαλύτερων οινοποιείων της Ελλάδας, τα οποία δημοσιεύουν οικονομικά στοιχεία για κάθε χρήση της περιόδου 2015-2020 διαμορφώνεται σε 150,1 εκατομμύρια ευρώ το 2020.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία η εγχώρια οινοπαραγωγή ανήλθε σε 2.283.000 εκατόλιτρα κατά την παραγωγική περίοδο των ετών 2020-2021, μειωμένη κατά 4,3% σε σύγκριση με την περίοδο 2019-2020. Το μέγεθος της ελληνικής αγοράς οίνου ανήλθε σε 2.284.000 εκατόλιτρα την περίοδο 2020-2021, όντας σημαντικά αυξημένη σε σύγκριση με την περίοδο 2019-2020, όπου είχε επηρεαστεί σημαντικά από την εκδήλωση της πανδημίας στην Ελλάδα. Μεγάλο είναι το ποσοστό – περίπου 55% – της εγχώριας αγοράς κρασιού, το οποίο καλύπτεται από τη συμμετοχή του χύμα κρασιού.
Οι παγκόσμιοι παίκτες
Την ίδια στιγμή η παγκόσμια παραγωγή κρασιού εκτιμάται στα 260.000.000 εκατόλιτρα το 2020, αυξημένη κατά 1,6% σε σχέση με το 2019. Οι τρεις μεγαλύτερες παραγωγικά χώρες – Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία – διατηρούν αθροιστικό μερίδιο που αντιστοιχεί σε κάτι περισσότερο από το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν τη μεγαλύτερη αγορά παραγωγής κρασιού παγκοσμίως, έχοντας ξεπεράσει τη Γαλλία ήδη από το 2021. Συν τοις άλλοις οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι χώρες που συγκεντρώνουν περίπου το 1/3 της παγκόσμιας κατανάλωσης οίνου.
Σε ό,τι αφορά την κατά κεφαλή κατανάλωση κρασιού στην Ελλάδα ήταν 21,3 λίτρα την περίοδο 2020-2021 και αποτελεί μία από τις υψηλότερες παγκοσμίως. Σημειώνεται ότι η κατανάλωση κρασιού στο σπίτι αυξήθηκε σημαντικά στη διάρκεια του 2020, καθώς ήρθε να υποκαταστήσει την διασκέδαση εκτός σπιτιού λόγω της πανδημίας.
Στη χώρα μας η μεγαλύτερη κατανάλωση κρασιών πραγματοποιείται στα σημεία HoReCa (εστιατόρια και ξενοδοχεία), συνθήκη ωστόσο που επηρεάστηκε βάναυσα στη διάρκεια εκδήλωσης της νόσου Covid-19 τα προηγούμενα χρόνια δύο χρόνια. Σε κάθε περίπτωση η αύξηση του εισερχόμενου τουρισμού ευνοεί ταυτόχρονα και το δυνητικό καταναλωτικό κοινό.
Που βρίσκονται οι κυριότερες αμπελουργικές εκτάσεις
Ως προς την κατανομή των αμπελουργικών εκτάσεων στην Ελλάδα, το 52,8% βρίσκεται στην Πελοπόννησο, την Κρήτη και τη Στερεά Ελλάδα.
Οι κυριότερες αμπελουργικές εκτάσεις
-Πελοπόννησος: 15,9%
-Δυτική Ελλάδα: 14%
-Κρήτη: 11,9%
-Στερεά Ελλάδα: 11%
-Αττική: 9,8%
-Κεντρική Μακεδονία: 7,4%
-Θεσσαλία: 6,5%
-Νότιο Αιγαίο: 6%
-Βόρειο Αιγαίο: 4,4%
-Νησιά Ιονίου: 4,3%
-Δυτική Μακεδονία: 4,2%
-Ανατολική Μακεδονία – Θράκη: 3,4%
Ήπειρος: 1,3%
Το κρασί πιο δημοφιλές αλκοολούχο από τη μπύρα και τα αποστάγματα
Εξετάζοντας κανείς την μέση μηνιαία δαπάνη για κρασί το 2020, ήταν κατά 2,92 ευρώ περισσότερη σε σύγκριση με τη μπύρα. Ταυτόχρονα η δαπάνη για κρασί αυξάνεται όσο αυξάνεται η μέση συνολική αξία αγορών για ένα ελληνικό σπίτι. Έτσι, ο μέσος όρος μηνιαίων αγορών για ποτά στο σύνολο των νοικοκυριών το 2020 ήταν 7,4 ευρώ για αποστάγματα, 7,65 ευρώ για κρασί και 4,73 ευρώ για μπύρα, με το σύνολο των δαπανών για οινοπνευματώδη να ανέρχεται στα 19,78 ευρώ. Η κατανάλωση κρασιού είναι περισσότερο ενισχυμένη στις αστικές περιοχές, όπου σε μηνιαία βάση το 2020 ήταν 8,24 ευρώ στις πόλεις και 4,98 ευρώ στις αγροτικές περιοχές. Αντίστοιχα η μπύρα στις αστικές περιοχές είχε μέση μηνιαία δαπάνη 4,87 ευρώ και στις αγροτικές 4,13 ευρώ και τα αποστάγματα 8,1 ευρώ στα αστικά κέντρα και 4,29 ευρώ στις αγροτικές περιοχές.
Οι 10 μεγαλύτεροι παίκτες βάσει τζίρου στην Ελλάδα – Κύκλος εργασιών 2020
Ε. Τσάνταλης Α.Ε. – 27,4 εκατ. ευρώ
Ελληνικά Κελλάρια Οίνων Δ. Κουρτάκης Α.Ε. – 22,92 εκατ. ευρώ
Ανώνυμος Βιομηχανική Εταιρεία Οινοποιία – Ποτοποιία Αιγίου (Cavino) – 22,17 εκατ. ευρώ
Κτήμα Κώστα Λαζαρίδη Α.Ε. – 12,32 εκατ. ευρώ
Κτήμα Βιβλία Χώρα – 8,2 εκατ. ευρώ
Οινοποιία Ε. Μαλαματίνας και Υιός (εξαγοράστηκε από τη Μάντης Εμπορική) – 8 εκατ. ευρώ
Κτήμα Κυρ Γιάννη – 7,87 εκατ. ευρώ
Κτήμα Γεροβασιλείου – 6,6 εκατ. ευρώ
Κτήμα Άλφα – 6,45 εκατ. ευρώ
Σκούρας Οινοαμπελουργική Αγροτουριστική Α.Ε. – 5,59 εκατ. ευρώ
Τι εξάγουμε
Στον τομέα των εξαγωγών το 2020 μειώθηκε σημαντικά το ποσοστό των ελληνικών κρασιών που διατέθηκαν εκτός Ελλάδας σε 11,3%, ενώ το ίδιο ποσοστό ήταν 15% το 2018 και 11,9% το 2019. Η πλειονότητα των εισαγόμενων ποσοτήτων κρασιών στη χώρα μας προέρχεται από την Ιταλία (53%), ενώ σε όρους αξίας η Ιταλία και η Γαλλία πουλάνε το ίδιο στην Ελλάδα, με ποσοστό 37% της συνολικής αξίας των εισαγωγών αμφότερες για το 2020.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πληρώνουν καλύτερα για ελληνικό κρασί
Από την Ισπανία και την Ιταλία εισάγονται κατά κύριο λόγο φθηνότερα κρασιά, ενώ από τη Γαλλία εισάγονται οι αφρώδεις οίνοι. Στη Γερμανία, η οποία αποτελεί την κυριότερη χώρα προορισμού για τα ελληνικά κρασιά η μέση τιμή πώλησης των ελληνικών κρασιών διαμορφώνεται στα 2,2 ευρώ το κιλό, χαμηλότερα από τη μέση τιμή του συνόλου των εξαγωγών που είναι 2,7 ευρώ το κιλό. Η πιο “ευνοϊκή” αγορά για υψηλότερες τιμές πώλησης των ελληνικών κρασιών είναι οι ΗΠΑ με 5,2 ευρώ και ο Καναδάς με 4,8 ευρώ το κιλό και η πιο “φθηνή” αγορά για την Ελλάδα είναι η Γαλλία με μόλις 1,6 ευρώ το κιλό.
Πηγή: capital.gr