Για την Ελληνικά Γαλακτοκομεία, τον γαλακτοκομικό όμιλο της οικογένειας Σαράντη, η κακοκαιρία Daniel, που έπληξε στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου τη Θεσσαλία, είχε σημαντικές επιπτώσεις στις παραδόσεις γάλακτος.
«Η μείωση των παραδόσεων στην εταιρεία ήταν μεγαλύτερη από 2 εκατ. κιλά κατά την τρέχουσα γαλακτοκοµική περίοδο και θα είναι μειωμένη και την επόμενη», είπε την Παρασκευή ο κ. Κωνσταντίνος Κουτσοδήμος, διευθυντής ζώνης γάλακτος της εταιρείας, κατά τη διάρκεια συνεδρίου για τον κλάδο που διοργάνωσε η Boussias. Το εργοστάσιο Ελληνικά Γαλακτοκομεία στα Τρίκαλα δεν λειτούργησε για πάνω από δύο εβδομάδες, ενώ το εργοστάσιο γάλακτος στη Λάρισα ήταν δύσκολο να προσεγγιστεί.
Όμως η Ελληνικά Γαλακτοκομεία δεν ήταν η μοναδική που υπέστη ζημιές και αντιμετώπισε πρόβλημα στη Θεσσαλία όπου παράγεται πάνω από το 22% της συνολικής παραγωγής πρόβειου γάλακτος, το 16% γίδινου και το 12% αγελαδινού. Στην περιοχή παράγεται το 50% της φέτας, το 47% των μαλακών τυριών και το 10% των σκληρών και ημίσκληρων τυριών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε στο συνέδριο ο γενικός διευθυντής Διασφάλισης Ποιότητας και Ανταγωνιστικότητας Αγροτικών Προϊόντων του ΕΛΓΟ – Δήμητρα ο Δρ. Ευστράτιος Νικολάου, ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων, από τη Θεσσαλία, που παρέδωσαν πέρυσι πρόβειο γάλα μειώθηκε στις 4.845 εκμεταλλεύσεις από 5.096 που ήταν το 2022. Στις 1.501 από 1.619 που ήταν το 2022 υποχώρησε ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων που παρέδωσε γίδινο γάλα, ενώ μειώθηκε στις 206 από 217 ο αριθμός των εκμεταλλεύσεων που παρέδωσαν αγελαδινό γάλα.
Το στοιχείο εκείνο που δείχνει τις επιπτώσεις της καταστροφής από την κακοκαιρία Daniel στον κάμπο, δεν είναι μόνο η μείωση των εκμεταλλεύσεων που αποτελεί μια διαχρονική τάση στην ελληνική επικράτεια, όσο η μείωση των ποσοτήτων που εισκομίστηκαν. Η παραγωγή πρόβειου γάλακτος μειώθηκε πέρυσι στους 151 χιλιάδες τόνους (το 2022 ήταν 162 χιλ. τόνοι), στους 25,4 χιλ. τόνους από 27,9 χιλ. μειώθηκε η παραγωγή γίδινου και στους 72,57 χιλ. τόνους (το 2022 ήταν 83,83 χιλ. τόνους) υποχώρησε η παραγωγή αγελαδινού γάλακτος.
Όμως το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η πρωτογενής παραγωγή είναι η έλλειψη χάραξης πολιτικής. «Αυτό που μας λείπει είναι κάποια συγκεκριμένη πολιτική για να ανταποκριθούμε στις κρίσεις που έχουν σχέση με το περιβάλλον και την παραγωγή» είπε από το βήμα του συνεδρίου ο πρόεδρος του ΕΛΓΟ – Δήμητρα, καθηγητής στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σέρκος Χαρουτουνιάν. «Χρειαζόμαστε περισσότερη πρώτη ύλη και γάλα και έναν σοβαρό σχεδιασμό που θα φέρει κόσμο» ανέφερε και σημείωσε «πρέπει να πιέσουμε να ληφθούν σωστές πολιτικές».
Η έλλειψη πολιτικής εντοπίζεται και στην αύξηση της παραβατικότητας στον κλάδο. Το 2022 από τους 256 ελέγχους που πραγματοποιήθηκαν σε επιχειρήσεις γάλακτος, οι 51 παρουσίασαν ευρήματα, σε 37 περιπτώσεις έγιναν συστάσεις, τρεις παραπέμφθηκαν στον ΕΦΕΤ και έγινε εισήγηση επιβολής προστίμου για 13 επιχειρήσεις. Πέρυσι στους 258 ελέγχους εντοπίστηκαν ευρήματα σε 99 περιπτώσεις, συστάσεις έγιναν σε 83 περιπτώσεις, δυο περιπτώσεις παραπέμφθηκαν στον ΕΦΕΤ και έγινε εισήγηση επιβολής προστίμου για 14 επιχειρήσεις.
Μόνο στο προϊόν φέτα ΠΟΠ, που αποτελεί ένα από τις 116 καταχωρισμένες ενδείξεις ΠΟΠ/ΠΓΕ που προστατεύονται ή θα έπρεπε να προστατεύονται, πέρυσι διενεργήθηκαν 105 έλεγχοι σε επιχειρήσεις που παράγουν ή συσκευάζουν ή εμπορεύονται το εν λόγω προϊόν. Από τους ελέγχους διαπιστώθηκαν 28 παραβάσεις (μη τήρηση προδιαγραφών καταχώρησης προϊόντων ΠΟΠ/ΠΓΕ, ελλιπή επισήμανση, μη τήρηση ιχνηλασιμότητας, χρήση καταχωρισμένων ενδείξεων ΠΟΠ/ΠΓΕ από επιχειρήσεις που δεν είναι ενταγμένες στο Σύστημα Ελέγχου & Πιστοποίησης του ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ) τις οποίες ο ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ διαβίβασε στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης για επιβολή κυρώσεων.
Πάντως παρά την αύξηση των ελέγχων και των προστίμων που έχουν επιβληθεί η παραβατικότητα ανθεί. Την ίδια στιγμή περισσότεροι από 160 φάκελοι, κάποιοι εκ των οποίων αφορούν και την προστασία του εθνικού μας προϊόντος, της φέτας, παραμένουν στα συρτάρια του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, για επιβολή ή μη κυρώσεων.
Για τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Γαλακτοκομικών Προϊόντων (ΣΕΒΓΑΠ) Χρήστο Αποστολόπουλο το επόμενο μεγάλο θέμα για τον κλάδο είναι η εναρμόνιση της Ελλάδας με τις επιταγές της ΕΕ για την προστασία του περιβάλλοντος. Ο κ. Αποστολόπουλος, άφησε να εννοηθεί ότι η εφαρμογή αυτών των νέων μέτρων θα φέρουν αύξηση στην τελική τιμή των προϊόντων. Σίγουρα θα φέρει, όπως είπε αύξηση του κόστους της πρωτογενούς και της δευτερογενούς παραγωγής.
Αναφερόμενος στο θέμα των τιμών, δεν παρέλειψε να αφήσει αιχμές για τις πολιτικές που εφαρμόζονται. «Πρέπει να γίνει κατανοητό, επειδή όλοι ενδιαφερόμαστε για την τιμή του τελικού προϊόντος, πως ο καλύτερος τρόπος για να διατηρηθεί σε ένα επίπεδο χαμηλό, το χαμηλότερο δυνατό, είναι ο υγιής ελεύθερος ανταγωνισμός. Δυστυχώς τόσο η Πολιτεία όσο και η Κοινωνία δεν έχει αντιληφθεί ότι αυτή είναι η οδός και τον τελευταίο καιρό έχουμε δει παρεμβάσεις οι οποίες θυμίζουν άλλες εποχές» είπε.
Πηγή: euro2day.gr