Η 27χρονη Ειρήνη Μαυρίδου, κτηνοτρόφος και μητέρα τριών παιδιών εξηγεί γιατί επέλεξε τη δύσκολη ζωή στο χωριό από τις ευκολίες της πόλης.
Η άνοιξη άρχισε να κάνει ήδη τα πρώτα της δειλά βήματα στις βουνοπλαγιές γύρω από τη Θεσσαλονίκη. Ο χειμώνας άλλωστε ήταν ήπιος, όπως και πέρυσι. Παρόλα αυτά η διαδρομή για τον Λοφίσκο, το χωριουδάκι των 200 και κάτι κατοίκων σκαρφαλωμένο στην οροσειρά του Βερτίσκου μας υπενθυμίζει ότι ο χειμώνας είναι για λίγο ακόμα εδώ.
Το χωριό είναι ήσυχο, άλλωστε πολλοί νέοι δεν έχουν μείνει σε αυτό, κάτι που συμβαίνει κατά κόρον στην ελληνική ύπαιθρο.
Το ραντεβού με την Ειρήνη Μαυρίδου ήταν κανονισμένο για τις 11.30. Στο τηλέφωνο πριν φτάσω, οι οδηγίες της για να βρω το σπίτι της ήταν απλές και παραδοσιακές. Ούτε ονομασίες οδών (δεν υπάρχουν άλλωστε στα χωριά), ούτε GPS. Το άνοιγμα τις πόρτας του αυτοκινήτου μετά από 32 χλμ οδήγηση έφερε ήχους φυσικούς.
Τα ζώα της Ειρήνης και του Κώστα με υποδέχονται. Η Ειρήνη κατεβαίνει τη σκάλα γρήγορα και χαμογελώντας «Καλώς ήρθες».
Η νεαρή κτηνοτρόφος ασχολούνταν με τις δουλειές του σπιτιού πριν φύγει στη μονάδα λίγα μέτρα έξω από το χωριό, όπου έχει ήδη πάει ο σύζυγός της.
Τα τερτίπια του Μάρτη με τις ξαφνικές μπόρες έφεραν λάσπες και τα ζώα ήθελαν φροντίδα.
«Έχουμε 350 κατσίκια και αρνιά, θα δεις», μου λέει και μπαίνουμε στο αυτοκίνητο για να μας οδηγήσει μέσω του λασπερού χωματόδρομου στο μαντρί.
– «Τι κάνετε όταν έχει κακοκαιρία και πρέπει να δείτε τα ζώα;»
– «Θα πάμε να δούμε τα ζώα, δεν περιμένουμε να τελειώσει η βροχή. Πηγαίνουμε με το τρακτέρ».
Η ζωή στο χωριό
Για την 27χρονη Ειρήνη η ζωή στο χωριό και η οικογένεια ήταν επιλογή. Σήμερα είναι μητέρα δύο αγοριών και μιας κόρης, 9, 10 και 11 ετών.
Τα παιδιά το πρωί ετοιμάζονται και φεύγουν για το σχολείο. Πηγαίνουν με λεωφορείο στο Κολχικό, λίγα χιλιόμετρα μακριά. Επιστρέφουν το μεσημέρι.
«Είναι διαφορετικό τα παιδιά να μεγαλώνουν με ζώα. Σέβονται περισσότερο τους ανθρώπους. Το καταλαβαίνω περισσότερο με τα χρόνια», μου απαντάει όταν την ρωτάω για τη ζωή στο χωριό.
Τα παιδιά της Ειρήνης, έμαθαν να είναι ευτυχισμένα με τα απλά. Τα φανταχτερά φώτα της πόλης δεν υπάρχουν, υπάρχει όμως η μυρωδιά του θυμαριού και της ρίγανης και αυτό μάλλον δεν το αλλάζει με τίποτα.
Μπορεί η απάντηση να είναι δεδομένη, αλλά δεν γίνεται να μη ρωτήσεις αν είναι δύσκολο. Τρία παιδιά και 350 ζώα δεν κουμαντάρονται εύκολα. «Είναι δύσκολο», λέει γελώντας, αλλά την ίδια δεν τη νοιάζει, την αγαπάει αυτή τη ζωή.
«Δεν το αλλάζω με όλα τα λεφτά του κόσμου, δεν μπορώ να με φανταστώ να κάνω κάτι άλλο», λέει.
Δεν είναι θετική όμως στο ενδεχόμενο να ακολουθήσουν τα παιδιά της τη δουλειά του κτηνοτρόφου. Η γη είναι σκληρή.
«Θέλει γερό στομάχι αυτή η δουλειά, δεν ξέρω αν θέλω να διαλέξουν να κάνουν αυτό», απαντάει προβληματισμένη.
Τα τρία της παιδιά ωστόσο όταν δεν έχουν σχολείο βοηθούν με χαρά στη φροντίδα των ζώων. Τα νιώθουν κομμάτι της ζωή τους.
Η καθημερινότητα
Το εγερτήριο στο σπίτι τις Ειρήνης είναι καθορισμένο περίπου στις 06.30. Τα παιδιά πρέπει να φύγουν για το σχολείο και σειρά παίρνει η φροντίδα των ζώων.
«Τα αιγοπρόβατα θέλουν προσοχή. Η εικόνα να βοσκάνε αμέριμνα είναι για τις φωτογραφίες. Καθημερινά πρέπει να τα βγάλουμε να φάνε τους καρπούς τους, η διατροφή είναι σημαντική», μου εξηγεί.
Πρώτα βγαίνουν τα ζώα που έχουν γεννήσει και ακολουθούν τα υπόλοιπα και συνέχεια έχει ο βοσκή. Το απόγευμα κατσίκια και πρόβατα θα πάρουν τον δρόμο για το μαντρί με τη βοήθεια των πιστών τσομπανόσκυλων, που ακολουθούν την Ειρήνη και τον Κώστα σε κάθε τους βήμα.
Στο ενδιάμεσο τα παιδιά έχουν επιστρέψει από το σχολείο, πρέπει να φάνε, να διαβάσουν και να ετοιμαστούν για την επόμενη μέρα.
«Εδώ η ζωή είναι απλή. Είσαι μόνος, δεν έχεις βοήθεια από κανέναν, πρέπει να το αγαπάς πολύ όλο αυτό».
Δεν θα μπορούσα να τη ρωτήσω για τις αγροτικές κινητοποιήσεις. «Η κυβέρνηση δείχνει μια απάθεια για την κτηνοτροφία. Ελπίζουμε σε μια βοήθεια για να μείνουμε εδώ», απαντάει.
Άλλωστε στην ευρύτερη περιοχή οι νέοι κτηνοτρόφοι δεν είναι πολλοί. Για τους περισσότερους είναι οικογενειακή παράδοση και μόνο ορισμένοι τη συνεχίζουν.
Η ώρα πέρασε και ήδη είχε αρχίσει να μεσημεριάζει. Τα παιδιά θα επιστρέψουν από το σχολείο και οι υποχρεώσεις για την Ειρήνη και τον Κώστα συνεχίζονται.
Την ώρα που λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα, στη Θεσσαλονίκη, η έγνοια πολλών από εμάς είναι να κάνουμε ένα ακόμα σκρολάρισμα στην οθόνη του κινητού μας, η Ειρήνη πρέπει να νοιαστεί για πολλά περισσότερα.
Γιατί είναι μια από αυτές τις γυναίκες που επέλεξαν να αφήσουν την άνεση ενός γραφείου. Είναι γνωστό άλλωστε ότι οι ώρες της καθημερινότητας δεν φορούν μπέρτα, αλλά γαλότσες και φόρμα εργασίας…
Πηγή: voria.gr