Νέα απόφαση του ΣτΕ ακυρώνει ως εν μέρει παράνομη πράξη κύρωσης του δασικού χάρτη και δίνει τη δυνατότητα σε χιλιάδες ιδιοκτήτες που έχασαν τις προθεσμίες, να ανατρέψουν το δασικό χαρακτηρισμό του ακινήτου τους, υπογραμμίζοντας ότι: «η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της κύρωσης του δασικού χάρτη δεν κινείται από τη δημοσίευση της κυρωτικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από τη γνώση της εκ μέρους του ενδιαφερομένου».
Χιλιάδες ιδιοκτήτες, οι οποίοι μετά την κύρωση των δασικών χαρτών, συνήθως κατά τη διαδικασία σύνταξης συμβολαίου και ανάρτησης των δικαιωμάτων στο Κτηματολόγιο διαπιστώνουν ότι η έκταση τους είναι χαρακτηρισμένη ως δασική και επειδή δεν έκαναν αντίρρηση θα περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο, ακόμη και εάν έχουν χάσει τις νόμιμες προθεσμίες μπορούν να ακολουθήσουν το δρόμο της κατάθεσης αίτησης προσφυγής στο ΣτΕ, για να τις βγάλουν από το δασικό χάρτη.
Περιπτώσεις που οι ιδιοκτήτες έχασαν τις προθεσμίες
Η νέα απόφαση του ΣτΕ διαπιστώνει ότι οι ιδιοκτήτες δεν είχαν άμεση και επίσημη ενημέρωση για τον δασικό χαρακτηρισμό του ακινήτου τους, στις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν από τις Διευθύνσεις Δασών, τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις και το υπουργείο Περιβάλλοντος. Υπογραμμίζεται στην απόφαση ότι: «η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της κύρωσης του δασικού χάρτη δεν κινείται από τη δημοσίευση της κυρωτικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από τη γνώση της εκ μέρους του ενδιαφερομένου». Και αναφέρονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες:
-«Οι διατυπώσεις δημοσιότητας της ανάρτησης των δασικών χαρτών δεν έχουν τηρηθεί ή υπήρξαν ελλιπείς ή μη προσήκουσες, οπότε δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί τεκμήριο πλήρους γνώσης του περιεχομένου των χαρτών και να κινηθεί η προθεσμία άσκησης αντιρρήσεων».
-«Όταν εκτάσεις εμπίπτουσες σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή πολεοδομικές μελέτες ως δομήσιμες, οπότε ο ενδιαφερόμενος, γνωρίζοντας ότι το ακίνητό του ευρίσκεται εντός πολεοδομημένης περιοχής, ευλόγως δεν επιδεικνύει ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του δασικού χάρτη, περιλαμβάνονται εν τούτοις στον χάρτη ως δασικές, όταν δηλαδή και ο νομοθέτης θεωρεί περιττή την υποβολή αντιρρήσεων».
-«Έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση, μη ληφθείσα υπόψη από τη Διοίκηση κατά την κατάρτιση του δασικού χάρτη, με την οποία έχει ακυρωθεί πράξη κήρυξης της έκτασης ως αναδασωτέας, η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της πράξης κύρωσης του δασικού χάρτη κινείται από τη γνώση της εκ μέρους του ενδιαφερομένου».
-«Και τούτο διότι, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση που η έκταση εμπίπτει σε εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως ή πολεοδομική μελέτη ως δομήσιμη, ο ενδιαφερόμενος ευλόγως δεν επιδεικνύει ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του δασικού χάρτη, διατηρώντας την πεποίθηση ότι η έκταση, σύμφωνα με την οικεία δικαστική απόφαση, δεν καταλαμβάνεται πλέον από τη δασική νομοθεσία», λέει η νέα απόφαση του ΣτΕ.
Πως έκλεισε ο κύκλος των αντιρρήσεων
Στην πράξη η νέα απόφαση του ΣτΕ αντιπαρέρχεται τις προθεσμίες των 105 ημερολογιακών ημερών, ή 125 για τους κατοίκους του εξωτερικού από την ανάρτηση του Δασικού Χάρτη, που ίσχυσαν για την εμπρόθεσμη υποβολή αντιρρήσεων στις Διευθύνσεις Δασών και τις έχασαν χιλιάδες ιδιοκτήτες.
Σημειώνεται ότι το ΥΠΕΝ από τον Ιανουάριο του 2023 έκλεισε τον κύκλο των αντιρρήσεων, προκειμένου να προχωρήσει η διαδικασία κύρωσης των δασικών χαρτών για το 90% της επικράτειας ως «ευρωπαϊκή δέσμευση της χώρας μας».
– «Δεν είναι δυνατόν να δοθεί εκ νέου η δυνατότητα υποβολής αντίρρησης στο σύνολο (αλλά ούτε και σε μέρος) των κυρωμένων χαρτών, δηλαδή, ακόμα και στις περιοχές που ποτέ μέχρι σήμερα δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον» σημείωνε σε ανακοίνωση του το ΥΠΕΝ τον Ιανουάριο του 2023. Εξηγώντας μάλιστα σχετικά ότι: «η χώρα μας έχει αναλάβει διεθνείς δεσμεύσεις, προκειμένου να επιτευχθεί η κύρωση των δασικών χαρτών εντός εύλογων και παράλληλα δεσμευτικών χρονικών διαστημάτων, χωρίς να υποχρεωθούμε ως κράτος στην καταβολή δυσβάστακτων προστίμων εξαιτίας της χρόνιας ασυνέπειας». Δείτε εδώ στο ecopress
Πως ανοίγει ο κύκλος των προσφυγών
-«Μόνη η θεώρηση των δασικών χαρτών με πράξη της δασικής αρχής – προκειμένου αυτοί να αναρτηθούν – καθώς και η ανάρτησή τους με πράξη της ιδίας αρχής – προκειμένου να υποβληθούν, εν συνέχεια, στην διαδικασία των αντιρρήσεων – ουδεμία έννομη συνέπεια επάγονται», τονίζεται στη νέα απόφαση του ΣτΕ, η οποία για όσους έχασαν τις προθεσμίες των αντιρρήσεων ανοίγει απευθείας τον κύκλο των προσφυγών κατά των κυρωμένων δασικών χαρτών, από το χρόνο που οι ενδιαφερόμενοι διαπιστώνουν το δασικό χαρακτηρισμό του ακινήτου τους, αναφέροντας ότι:
«Οι πράξεις θεώρησης και ανάρτησης των δασικών χαρτών δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και δεν υπόκεινται, για τον λόγο αυτόν, σε αίτηση ακύρωσης. Αντιθέτως, εκτελεστές πράξεις, προσβλητές με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας, αποτελούν οι πράξεις με τις οποίες κυρώνονται οι αναρτηθέντες δασικοί χάρτες είτε ως προς τα τμήματα αυτών για τα οποία δεν υποβλήθηκαν αντιρρήσεις».
Εν μέρει παράνομη πράξη κύρωσης του δασικού χάρτη
Η νέα απόφαση του ΣτΕ ακυρώνει ως εν μέρει παράνομη πράξη κύρωσης του δασικού χάρτη σημειώνοντας ότι: «η κρινόμενη αίτηση πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται εμπροθέσμως διότι ως αφετηρία της προθεσμίας δεν δύναται να εκληφθεί η δημοσίευση της πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αλλά η γνώση του περιεχομένου της από τον αιτούντα, τέτοια δε γνώση σε χρόνο που θα καθιστούσε την αίτηση εκπρόθεσμη δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου».
Η νέα απόφαση του ΣτΕ
Η νέα απόφαση ΣτΕ 879/2024 (Πρόεδρος: Μαργαρίτα Γκορτζολίδου, Εισηγητής: Α. Σκούφαλος) όπως δημοσιεύτηκε σε περίληψη στη νομική επιθεώρηση «Νόμος+ Φύση» αναφέρει ότι:
«H ολοκλήρωση της διαδικασίας κύρωσης των δασικών χαρτών και, περαιτέρω, της κατάρτισης του Δασολογίου, αποσκοπεί στον ακριβή εντοπισμό των δασών και των δασικών εκτάσεων στο σύνολο του εθνικού χώρου και στην αξιόπιστη και συστηματική καταγραφή τους. Οι διατάξεις, όμως, αυτές, μεριμνώντας για την ακριβή οριοθέτηση των εκτάσεων με δασικό χαρακτήρα, ως αντικειμένου συνταγματικής προστασίας, δεν συνιστούν οι ίδιες το προστατευτικό των εν λόγω εκτάσεων νομικό καθεστώς, το οποίο συγκροτείται από την εν γένει δασική νομοθεσία και, ιδίως, τον ν. 998/1979 (Α’ 289), ως ισχύει. Η δασική νομοθεσία, η οποία εκδόθηκε κατ’ επιταγή των οικείων συνταγματικών διατάξεων (άρθρα 24 παρ. 1 και 117 παρ. 3), περιέχει πλέγμα ρυθμίσεων για την προστασία των εκτάσεων με δασικό χαρακτήρα και ισχύει ανεξαρτήτως της προόδου της διαδικασίας κατάρτισης των δασικών χαρτών, οι οποίοι, εφ’ όσον κυρωθούν και αποτελέσουν την βάση του Δασολογίου, θα εξασφαλίσουν στις περιλαμβανόμενες σε αυτούς εκτάσεις με δασικό χαρακτήρα την επί πλέον προστασία που παρέχει η πλήρης αποδεικτική ισχύς τους, ενώπιον των διοικητικών και των δικαστικών αρχών, ως προς τον χαρακτήρα αυτόν ενώ, κατά τα λοιπά, το προστατευτικό πλέγμα των διατάξεων της δασικής νομοθεσίας θα εξακολουθήσει, όπως και πριν, να ισχύει επί των εκτάσεων, οι οποίες, στο πλαίσιο άλλων διαδικασιών, έχουν κριθεί ή κρίνονται ως δασικές. Ενόψει τούτων, μόνη η θεώρηση των δασικών χαρτών με πράξη της δασικής αρχής – προκειμένου αυτοί να αναρτηθούν – καθώς και η ανάρτησή τους με πράξη της ιδίας αρχής – προκειμένου να υποβληθούν, εν συνέχεια, στην διαδικασία των αντιρρήσεων – ουδεμία έννομη συνέπεια επάγονται, δεδομένου ότι η εφαρμογή της εν γένει δασικής νομοθεσίας επί των περιλαμβανομένων ως δασικών σε αυτούς εκτάσεων, χωρεί ανεξαρτήτως της θεώρησης και της ανάρτησης τους, ενώ, εξάλλου, οι ενέργειες αυτές δεν αρκούν για να εξοπλίσουν τους χάρτες που θεωρούνται ή αναρτώνται – υποκειμένους, άλλωστε, σε αντιρρήσεις – με την, κατά τα ανωτέρω, πλήρη αποδεικτική ισχύ που θα εξασφάλιζε σε αυτούς η κύρωσή τους. Συνεπώς, οι πράξεις θεώρησης και ανάρτησης των δασικών χαρτών δεν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα και δεν υπόκεινται, για τον λόγο αυτόν, σε αίτηση ακύρωσης. Αντιθέτως, εκτελεστές πράξεις, προσβλητές με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικράτειας, αποτελούν οι πράξεις με τις οποίες κυρώνονται οι αναρτηθέντες δασικοί χάρτες είτε ως προς τα τμήματα αυτών για τα οποία δεν υποβλήθηκαν αντιρρήσεις.
Η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της κύρωσης του μη αμφισβητηθέντος με αντιρρήσεις δασικού χάρτη, η κατάρτιση και ανάρτηση του οποίου είναι γνωστή στον ενδιαφερόμενο λόγω της προηγηθείσης δημοσιότητας, κινείται από τη δημοσίευση της κυρωτικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεδομένου, μάλιστα, ότι ο χάρτης αναφέρεται σε σημαντικού εμβαδού και ευρεία έκταση, ως προς την οποία, από τη φύση του πράγματος και ελλείψει δασολογίου και κτηματολογίου, δεν είναι εφικτή η ατομική κοινοποίηση. Δεν ασκεί δε επιρροή ότι το τμήμα της έκτασης στο οποίο αφορά η κάθε αίτηση ακύρωσης είναι, ενδεχομένως, μικρό και εντοπισμένο. Άλλως έχει το ζήτημα στην περίπτωση που οι διατυπώσεις δημοσιότητας της ανάρτησης των δασικών χαρτών δεν έχουν τηρηθεί ή υπήρξαν ελλιπείς ή μη προσήκουσες, οπότε δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί τεκμήριο πλήρους γνώσης του περιεχομένου των χαρτών και να κινηθεί η προθεσμία άσκησης αντιρρήσεων. Άλλως, επίσης, έχει το ζήτημα όταν εκτάσεις εμπίπτουσες σε εγκεκριμένα σχέδια πόλεως ή πολεοδομικές μελέτες ως δομήσιμες, οπότε ο ενδιαφερόμενος, γνωρίζοντας ότι το ακίνητό του ευρίσκεται εντός πολεοδομημένης περιοχής, ευλόγως δεν επιδεικνύει ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του δασικού χάρτη, περιλαμβάνονται εν τούτοις στον χάρτη ως δασικές, όταν δηλαδή και ο νομοθέτης θεωρεί περιττή την υποβολή αντιρρήσεων. Σε αμφότερες τις εν λόγω περιπτώσεις η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της κύρωσης του δασικού χάρτη δεν κινείται από τη δημοσίευση της κυρωτικής απόφασης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά από τη γνώση της εκ μέρους του ενδιαφερομένου.
Στην ειδική εκείνη περίπτωση που έχει εκδοθεί δικαστική απόφαση, μη ληφθείσα υπόψη από τη Διοίκηση κατά την κατάρτιση του δασικού χάρτη, με την οποία έχει ακυρωθεί πράξη κήρυξης της έκτασης ως αναδασωτέας, η προθεσμία άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά της πράξης κύρωσης του δασικού χάρτη κινείται από τη γνώση της εκ μέρους του ενδιαφερομένου. Και τούτο διότι, όπως συμβαίνει και στην περίπτωση που η έκταση εμπίπτει σε εγκεκριμένο σχέδιο πόλεως ή πολεοδομική μελέτη ως δομήσιμη, ο ενδιαφερόμενος ευλόγως δεν επιδεικνύει ενδιαφέρον για το περιεχόμενο του δασικού χάρτη, διατηρώντας την πεποίθηση ότι η έκταση, σύμφωνα με την οικεία δικαστική απόφαση, δεν καταλαμβάνεται πλέον από τη δασική νομοθεσία.
Η δικαστική απόφαση, με την οποία ακυρώθηκε η πράξη αναδάσωσης της επίμαχης έκτασης, δημιούργησε στον αιτούντα την εύλογη πεποίθηση, η οποία και προσήκει σε επιμελή διάδικο, ότι η έκταση δεν δύναται να συμπεριληφθεί στον δασικό χάρτη, με αποτέλεσμα να μην επιδεικνύει αυτός, δικαιολογημένα, ενδιαφέρον για την κύρωση του δασικού χάρτη. Ως εκ τούτου, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να θεωρηθεί ότι ασκείται εμπροθέσμως διότι ως αφετηρία της προθεσμίας δεν δύναται να εκληφθεί η δημοσίευση της πράξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αλλά η γνώση του περιεχομένου της από τον αιτούντα, τέτοια δε γνώση σε χρόνο που θα καθιστούσε την αίτηση εκπρόθεσμη δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου.
Με την 6/1993 απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας ακυρώθηκε, ως πλημμελώς αιτιολογημένη, η νομαρχιακή απόφαση, με την οποία η επίμαχη έκταση κηρύχθηκε ως αναδασωτέα, χωρίς, μάλιστα, να προκύπτει ότι, μετά την ακυρωτική απόφαση, εκδόθηκε άλλη διοικητική πράξη σχετικά με τον χαρακτηρισμό της έκτασης. Με αυτά τα δεδομένα η προσβαλλόμενη απόφαση του Συντονιστή Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, καθ’ ο μέρος συμπεριελήφθησαν σε αυτήν τα ανωτέρω τμήματα της επίδικης έκτασης ως έχοντα δασικό χαρακτήρα, πρέπει να ακυρωθεί κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον αιτούντα».
Πηγή: ecopress.gr