Από ώρα σε ώρα αναμένεται η δημοσίευση της απόφασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που στέλνει την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο προκειμένου να διαπιστωθεί ότι η χώρα μας δεν εφάρμοσε την απόφαση της Επιτροπής του 2011, η οποία διέταξε την ανάκτηση των ενισχύσεων, σύμφωνα με πληροφορίες.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μια μελλοντική απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ αν διαπιστώσει ότι η Ελλάδα δεν ανέκτησε τις αποζημιώσεις που παρείχε σε περίπου 800.000 αγρότες το 2008, τότε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα επόμενα χρόνια θα αποφασίσει να οδηγήσει ξανά την Ελλάδα στο Δικαστήριο για να της επιβληθούν πρόστιμα που θα ισχύουν μέχρι να ανακτήσει πλήρως τις ενισχύσεις.
Υπενθυμίζεται, ότι κατά το έτος 2009, ο Οργανισμός Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΕΛΓΑ) – φορέας του Δημοσίου ο οποίος έχει ως σκοπό την ασφάλιση των αγροτικών εκμεταλλεύσεων όσον αφορά ζημίες οφειλόμενες σε φυσικούς κινδύνους – κατέβαλε σε περίπου 800.000 Έλληνες αγρότες αντισταθμιστικές ενισχύσεις συνολικού ύψους 425 εκατομμυρίων ευρώ λόγω ζημιών που είχαν προκληθεί το 2008 εξαιτίας δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Μέρος του ποσού αυτού προερχόταν, κατά την Ελλάδα, από εισφορές που είχαν καταβάλει οι Έλληνες αγρότες στο πλαίσιο του συστήματος υποχρεωτικής ασφαλίσεως του ΕΛΓΑ και οι οποίες ανέρχονταν σε τουλάχιστον 145 εκατομμύρια ευρώ όσον αφορά τα έτη 2008 και 2009. Δεδομένου ότι ο ελληνικός γεωργικός τομέας χαρακτηρίζεται από την πρωτίστως οικογενειακού χαρακτήρα γεωργία και τις μικρού μεγέθους εκμεταλλεύσεις, καθένας από τους αποζημιωθέντες αγρότες έλαβε, κατά μέσο όρο, ποσό σχεδόν 500 ευρώ.
Ωστόσο, με απόφαση της 7ης Δεκεμβρίου 2011, η Επιτροπή, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους κανόνες συμπεριφοράς που περιλαμβάνονται στο Προσωρινό κοινοτικό πλαίσιο για τη λήψη μέτρων κρατικής ενισχύσεως, με σκοπό να στηριχθεί η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, χαρακτήρισε τα μέτρα αυτά ως παράνομες κρατικές ενισχύσεις μη συμβατές με την εσωτερική αγορά. Διέταξε, επομένως, τις ελληνικές αρχές να ανακτήσουν τις ενισχύσεις αυτές από τους δικαιούχους τους.
Η Ελλάδα ζήτησε από το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ακύρωση της αποφάσεως αυτής και την αναστολή εκτελέσεώς της μέχρι την έκδοση της αποφάσεως επί της ουσίας.
Το 2012, ο πρόεδρος του Γενικού Δικαστηρίου ανέστειλε την εκτέλεση της αποφάσεως, καθόσον με την απόφαση αυτή υποχρεωνόταν η Ελλάδα να ανακτήσει τις μη συμβατές ενισχύσεις από τους δικαιούχους τους. Ωστόσο, το Γενικό Δικαστήριο, το 2014, απέρριψε την προσφυγή επί της ουσίας.
Κατόπιν τούτου, η Ελλάδα άσκησε αναίρεση ενώπιον του Δικαστηρίου, με αίτημα τόσο την αναίρεση της αποφάσεως του Γενικού Δικαστηρίου όσο και την αναστολή εκτελέσεως της αποφάσεως της Επιτροπής έως την έκδοση αποφάσεως επί της αιτήσεως αναιρέσεως.
Όμως το Δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αναστολής εκτελέσεως μεταξύ άλλων και επειδή η αίτηση αναιρέσεως δεν ήταν εκ πρώτης όψεως βάσιμη. Στην απόφασή του, το Δικαστήριο επεσήμανε ότι η είσπραξη των εισφορών των αγροτών από το Δημόσιο και η εισαγωγή τους στον κρατικό προϋπολογισμό, πριν αυτές αποδοθούν από το Δημόσιο στον ΕΛΓΑ, αρκούν για να θεωρηθεί ότι οι παροχές που χορηγεί ο ΕΛΓΑ προέρχονται από κρατικούς πόρους. Δεδομένου, επίσης, ότι οι πληρωμές που κατέβαλε ο ΕΛΓΑ ήταν ανεξάρτητες των εισφορών που είχαν καταβάλει οι αγρότες, οι πληρωμές αυτές συνιστούσαν πλεονέκτημα το οποίο δεν θα είχαν οι δικαιούχοι υπό κανονικές συνθήκες αγοράς και, επομένως, είχαν επιπτώσεις στον ανταγωνισμό.
Το Δικαστήριο είχε απορρίψει και το επιχείρημα που προέβαλε η Ελλάδα, η οποία, λαμβανομένης υπόψη της σοβαρής κρίσης που αντιμετώπιζε η ελληνική οικονομία το 2009, πρόσαπτε στο Γενικό Δικαστήριο ότι επιβεβαίωσε την εκτίμηση της Επιτροπής περί του ότι η καταβολή των ενισχύσεων παρέσχε στους Έλληνες αγρότες πλεονέκτημα όσον αφορά τον ανταγωνισμό το οποίο επηρέαζε το εμπόριο μεταξύ κρατών μελών, μολονότι στην Ελλάδα τότε δεν επικρατούσαν κανονικές συνθήκες αγοράς.