Το σχέδιο «Ηρακλής» δεν φαίνεται να λαμβάνει κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνεταιρισμών και αγροτών, ανέφερε κατά την παρέμβαση του στη Επιτροπή Εμπορίου της Βουλής, ο βουλευτής Λακωνίας και Τομεάρχης Αγροτ. Ανάπτυξης του ΣΥΡΙΖΑ Στ. Αραχωβίτης.
Στην κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Οικονομικών και Παραγωγής & Εμπορίου της Βουλής την Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου, με θέμα «Πρόγραμμα παροχής εγγύησης σε τιτλοποιήσεις πιστωτικών ιδρυμάτων», ο Σταύρος Αραχωβίτης υπογράμμισε την ανάγκη να εξεταστούν με ξεχωριστή προσοχή τα δάνεια σε συνεταιρισμούς, αγρότες, κτηνοτρόφους και αλιείς, επισημαίνοντας το κενό που άφησε η ΑΤΕ στη χρηματοδότηση του πρωτογενούς τομέα, καθιστώντας την πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα ακόμα δυσχερέστερη.
Μεταξύ άλλων ανέφερε:
- Δύο κατηγορίες δανείων που πρέπει να μελετήσουμε με ιδιαίτερη προσοχή, είναι η κατηγορία των δανείων σε συνεταιρισμούς και η κατηγορία των δανείων σε αγρότες, κτηνοτρόφους και αλιείς.
- Όταν μιλάμε για αγρότες, προφανώς καταλαβαίνουμε όλοι ότι δεν μιλάμε για ανθρώπους που μπορούν να χαρακτηριστούν “μπαταχτσήδες” σε καμία περίπτωση, αλλά για ανθρώπους που δεν μπόρεσαν, είτε λόγω φυσικών καταστροφών, είτε λόγω μείωσης των τιμών των προϊόντων τους, να εξυπηρετήσουν αυτά τα δάνεια.
- Το σχέδιο «Ηρακλής» δεν φαίνεται να λαμβάνει κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για αυτές τις περιπτώσεις δανείων, τόσο για τους συνεταιρισμούς, όπου το θέμα της περιουσίας είναι ένα ιδιαίτερο ζήτημα, όσο και για τους αγρότες, όπου μιλάμε για παραγωγική γη και μπαίνουν ζητήματα ακόμη και διατροφικής ασφάλειας της χώρας.
- Μετά το κενό που άφησε η Αγροτική Τράπεζα στη χρηματοδότηση του πρωτογενούς τομέα, η πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα είναι ακόμα δυσχερέστερη.
Ακολουθεί ολόκληρη η τοποθέτηση του βουλευτή:
«Δύο κατηγορίες δανείων που πρέπει να μελετήσουμε με ιδιαίτερη προσοχή, είναι η κατηγορία των δανείων σε συνεταιρισμούς και η κατηγορία των δανείων σε αγρότες, κτηνοτρόφους και αλιείς.
Αυτές οι δύο κατηγορίες χωρίζονται κάθε μία σε δύο υποκατηγορίες. Η μία είναι, τα κοινά δάνεια, αυτά που δόθηκαν κανονικά, όπως όλα τα άλλα, με τις εγγυήσεις σε γεωργική γη, σε παραγωγικό εξοπλισμό – όταν μιλάμε για συνεταιρισμούς – ή με εγγύηση και πρώτη κατοικία ακόμα, και στα εγγυημένα του Ελληνικού Δημοσίου. Ειδικά τα κτηνοτροφικά δάνεια, είναι μια πολύ μεγάλη κατηγορία, που αφορά δάνεια εγγυημένα του Ελληνικού Δημοσίου και τα οποία, ακριβώς, λόγω της οικονομικής κρίσης και λόγω της μείωσης των τιμών των προϊόντων, αυτά βρέθηκαν σε αδυναμία εξυπηρέτησης.
Όταν μιλάμε για αγρότες, προφανώς καταλαβαίνουμε όλοι ότι δεν μιλάμε για ανθρώπους που μπορoύν να χαρακτηριστούν μπαταχτσήδες, σε καμία περίπτωση, αλλά για ανθρώπους που δεν μπόρεσαν, είτε λόγω φυσικών καταστροφών, είτε λόγω μείωσης των τιμών των προϊόντων τους, να εξυπηρετήσουν αυτά τα δάνεια.
Το σχέδιο «Ηρακλής» εδώ, δεν φαίνεται να λαμβάνει κάποια ιδιαίτερη μέριμνα για αυτές τις περιπτώσεις δανείων, τόσο για τους συνεταιρισμούς, όπου το θέμα της περιουσίας είναι ένα ιδιαίτερο ζήτημα και έχει να κάνει με μια από τις επτά συνεταιριστικές αρχές (η περιουσία τους ανήκει στις γενιές και δεν είναι αντικείμενο πώλησης ή υποθήκης, όπως περιουσίες άλλες, μεταποιητικές μονάδες ) όσο και για τους αγρότες από την άλλη, όπου μιλάμε για παραγωγική γη και μπαίνουν ζητήματα ακόμη και διατροφικής ασφάλειας της χώρας. Θα πρέπει λοιπόν όλα αυτά να τα δούμε με μια διαφορετική λογική.
Όσον αφορά τα εγγυημένα δάνεια, τα οποία χορηγήθηκαν για να αντιμετωπιστούν έκτακτες καταστάσεις, οι οποίες μόνο με τη χορήγηση δανείου δεν μπόρεσαν να αντιμετωπιστούν -και μιλάω, ιδιαίτερα, για τα κτηνοτροφικά δάνεια σε χοιροτροφεία και πτηνοτροφεία- βρέθηκαν να είναι επίσης μη εξυπηρετούμενα. Έχουμε φτάσει στο σημείο τώρα, να υπάρχει μια μεγάλη εμπλοκή με την εγγύηση του Δημοσίου, με τη δυνατότητα των ανθρώπων να συνάψουν άλλου τύπου δάνεια ή να αποπληρώσουν αυτά. Υπάρχει επομένως ένα αδιέξοδο.
Το σχέδιο «Ηρακλής» δεν φαίνεται να τα αντιμετωπίζει όλα αυτά. Θέλει, ενδεχομένως, να δούμε μια άλλη νομοθετική ρύθμιση, έτσι ώστε να μπορέσουν να ξαναμπούν σε παραγωγική λειτουργία, τόσο παραγωγικές εγκαταστάσεις -που όσο μένουν εκτός λειτουργίας απαξιώνονται- όσο και αγρότες, παραγωγοί και κτηνοτρόφοι να μπορέσουν να ξαναπαράξουν και να ξανακαλλιεργήσουν τη γη τους.
Μετά το κενό που άφησε η Αγροτική Τράπεζα στη χρηματοδότηση του πρωτογενούς τομέα, η πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα είναι ακόμα δυσχερέστερη. Επομένως, μιλάμε για ένα μεγάλο πρόβλημα που απασχολεί τον παραγωγικό ιστό και όλο τον πληθυσμό, στην πραγματικότητα, εκτός των δύο-τριών μεγάλων αστικών κέντρων της χώρας».